Η Ελληνική σκέψη, έπαψε από καιρό να διαδραματίζει καθοδηγητικό ρόλο. Η παραγωγή ελληνικού πολιτισμού -εποικοδόμημα μιας παραγωγής ιδεών και μιας συνεκτικής ιδεολογίας – ανακόπηκε σταδιακά μετά την πτώση της χούντας. Μια σειρά καλλιτεχνών που έρχεται από την ανεξαρτησία και φτάνει στον Κωστή Παλαμά, τη γενιά των καλλιτεχνών “της Ήττας” και τον Μ. Θεοδωράκη κατά την περίοδο της χούντας, θα μας δώσει όλο αυτό που μας δονεί ως νέος ελληνικός πολιτισμός. Από εκείνο το σημείο και μετά ο άνθρωπος του πνεύματος και της τέχνης θα πάψει να θεωρεί την δουλειά του πολιτική παρέμβαση και θα στραφεί προς την ιδιωτεία. Για να βιοποριστεί, θα πρέπει να γίνει “εμπορικός διασκεδαστής” και απολιτικός.
Μοιραία ο καλλιτέχνης, ο στοχαστής, ο διανοούμενος θα αντιγράφει κυρίως τους έξω, και θα επαναλαμβάνεται. Η γραμμή παραγωγής του ελληνικού πολιτισμού θα κοπεί. Καθώς θα βαδίζουμε προς την Ευρώπη, θα πειστούμε όλοι ότι πολιτισμός είναι αυτό που παράγεται έξω από την Ελλάδα και οτιδήποτε ελληνικό είναι υποκουλτούρα. Θα βυθιζόμαστε σε μια αγχωτική, κουραστική, δήθεν νέα αποστολή του έθνους να μοιάσουμε επιτέλους ευρωπαίοι και ο κύριος στόχος μας θα γίνει να μοιάσει ο πολιτισμός μας με υποδιαίρεση της κυρίαρχης ευρωπαϊκής κουλτούρας. Μέσα από αυτό το σχήμα θα αντλούμε νομιμοποίηση, ώστε να ανήκουμε στα πολιτισμένα έθνη, ενώ θα καλύπτουμε την εσωτερική ανάγκη μας να είμαστε ως λαός υποδιαίρεση του ευρωπαϊκού λαού.
Είναι εκπληκτικό το πόσο υποδεέστερο θα φαντάζει το κάθε τι ελληνικό μετά από αυτές τις σκέψεις. Το φαινόμενο της απόκρυψης της ελληνικότητας θα γίνει έμφυτη συμπεριφορά, τέτοια που και οι πρωθυπουργοί σταμάτησαν να μιλάνε τα ελληνικά εκτός Ελλάδος, καθώς η αγγλική έγινε δείγμα μόρφωσης. Σήμερα, για πολλούς έλληνες, είναι ένδειξη αμορφωσιάς να μιλάς ή να δείχνεις την ιδιαίτερη κουλτούρα σου, να μην γνωρίζεις αγγλικά ή να τα μιλάς με λάθος προφορά.
Ενδεικτικό της αυθυποβαλλόμενης πολιτισμικής μας υποτέλειας είναι το γεγονός ότι σε επίπεδο σκέψης αναγνωρίζουμε φιλοσόφους μόνο στην Γερμανία, όπως τον Γ. Χάμπερμας, ενώ η καγκελάριος περιστοιχίζεται από «επιτροπή 5 σοφών» για θέματα οικονομίας. Οι όροι «φιλόσοφος» και «σοφός» παρατίθενται όχι για να δημιουργήσουν κάποια ζήλια, αλλά γιατί δεν χρησιμοποιούνται εύκολα για καμιά άλλη χώρα, ούτε καν για τις ΗΠΑ.
Τελικά, μετά από 40 χρόνια μεταπολίτευσης, ήρθε η στιγμή που ανακαλύψαμε ότι δεν υπάρχει ελληνικότητα ή κάποια αξιόλογη τέχνη ως βάση για μια νέα ταυτότητα. Ανακαλύψαμε ότι όποιος μιλά για την Ελλάδα με θαυμασμό, αναφέρεται μόνο στην κλασσική Ελλάδα. Ανακαλύψαμε ότι αν νιώσαμε περήφανοι κάποτε για τους αγώνες του 2004, ήταν μια αυταπάτη. Φτάσαμε να αισθανθούμε αφενός ντροπή που δεν μοιάζουμε στους αρχαίους προγόνους μας και ταυτόχρονα να πληγωθούμε, δεχόμενοι από παντού το μήνυμα ότι δεν ανήκουμε ούτε στα πολιτισμένα έθνη.
Όμως το πρόβλημα είναι εσωτερικό. Το μνημόνιο θα χτυπήσει καίρια την ταυτότητά μας αλλά θα φέρει πάλι στο προσκήνιο τον Θεοδωράκη τον Γλέζο και το σύνθημα «η χούντα δεν τέλειωσε το ‘73 …». Δεν έχω τίποτα με τους ανθρώπους άλλα αν υπήρχε παραγωγή ελληνικού πολιτισμού, θα έπρεπε να είχαν αντικατασταθεί από νεότερους. Αν υπήρχε παραγωγή ελληνικού πολιτισμού θα ήμασταν οχυρωμένοι έναντι όλων και δεν θα μας ένοιαζε τι λένε οι άλλοι.
Αν θα πρέπει να βάλουμε μια τελεία στον κατήφορο, πρέπει να ξεκινήσουμε να σκεφτόμαστε την ταυτότητά μας στο σήμερα και στο αύριο. Θα πρέπει να ξεκινήσουμε από το ερώτημα: Τί είναι ελληνικό και τί είμαστε σήμερα; Και για να μην είναι η απάντηση αυτού του ερωτήματος «φτωχή», θα πρέπει να αποδεχτούμε πως «ελληνικό είναι αυτό μας δονεί και μας συγκινεί ως μετέχοντες της ημετέρας παιδείας» και στην συνέχεια να ανακαλύψουμε τι είναι αυτό!
Γιάννης Παπαϊωάννου
Μοιραία ο καλλιτέχνης, ο στοχαστής, ο διανοούμενος θα αντιγράφει κυρίως τους έξω, και θα επαναλαμβάνεται. Η γραμμή παραγωγής του ελληνικού πολιτισμού θα κοπεί. Καθώς θα βαδίζουμε προς την Ευρώπη, θα πειστούμε όλοι ότι πολιτισμός είναι αυτό που παράγεται έξω από την Ελλάδα και οτιδήποτε ελληνικό είναι υποκουλτούρα. Θα βυθιζόμαστε σε μια αγχωτική, κουραστική, δήθεν νέα αποστολή του έθνους να μοιάσουμε επιτέλους ευρωπαίοι και ο κύριος στόχος μας θα γίνει να μοιάσει ο πολιτισμός μας με υποδιαίρεση της κυρίαρχης ευρωπαϊκής κουλτούρας. Μέσα από αυτό το σχήμα θα αντλούμε νομιμοποίηση, ώστε να ανήκουμε στα πολιτισμένα έθνη, ενώ θα καλύπτουμε την εσωτερική ανάγκη μας να είμαστε ως λαός υποδιαίρεση του ευρωπαϊκού λαού.
Είναι εκπληκτικό το πόσο υποδεέστερο θα φαντάζει το κάθε τι ελληνικό μετά από αυτές τις σκέψεις. Το φαινόμενο της απόκρυψης της ελληνικότητας θα γίνει έμφυτη συμπεριφορά, τέτοια που και οι πρωθυπουργοί σταμάτησαν να μιλάνε τα ελληνικά εκτός Ελλάδος, καθώς η αγγλική έγινε δείγμα μόρφωσης. Σήμερα, για πολλούς έλληνες, είναι ένδειξη αμορφωσιάς να μιλάς ή να δείχνεις την ιδιαίτερη κουλτούρα σου, να μην γνωρίζεις αγγλικά ή να τα μιλάς με λάθος προφορά.
Ενδεικτικό της αυθυποβαλλόμενης πολιτισμικής μας υποτέλειας είναι το γεγονός ότι σε επίπεδο σκέψης αναγνωρίζουμε φιλοσόφους μόνο στην Γερμανία, όπως τον Γ. Χάμπερμας, ενώ η καγκελάριος περιστοιχίζεται από «επιτροπή 5 σοφών» για θέματα οικονομίας. Οι όροι «φιλόσοφος» και «σοφός» παρατίθενται όχι για να δημιουργήσουν κάποια ζήλια, αλλά γιατί δεν χρησιμοποιούνται εύκολα για καμιά άλλη χώρα, ούτε καν για τις ΗΠΑ.
Τελικά, μετά από 40 χρόνια μεταπολίτευσης, ήρθε η στιγμή που ανακαλύψαμε ότι δεν υπάρχει ελληνικότητα ή κάποια αξιόλογη τέχνη ως βάση για μια νέα ταυτότητα. Ανακαλύψαμε ότι όποιος μιλά για την Ελλάδα με θαυμασμό, αναφέρεται μόνο στην κλασσική Ελλάδα. Ανακαλύψαμε ότι αν νιώσαμε περήφανοι κάποτε για τους αγώνες του 2004, ήταν μια αυταπάτη. Φτάσαμε να αισθανθούμε αφενός ντροπή που δεν μοιάζουμε στους αρχαίους προγόνους μας και ταυτόχρονα να πληγωθούμε, δεχόμενοι από παντού το μήνυμα ότι δεν ανήκουμε ούτε στα πολιτισμένα έθνη.
Όμως το πρόβλημα είναι εσωτερικό. Το μνημόνιο θα χτυπήσει καίρια την ταυτότητά μας αλλά θα φέρει πάλι στο προσκήνιο τον Θεοδωράκη τον Γλέζο και το σύνθημα «η χούντα δεν τέλειωσε το ‘73 …». Δεν έχω τίποτα με τους ανθρώπους άλλα αν υπήρχε παραγωγή ελληνικού πολιτισμού, θα έπρεπε να είχαν αντικατασταθεί από νεότερους. Αν υπήρχε παραγωγή ελληνικού πολιτισμού θα ήμασταν οχυρωμένοι έναντι όλων και δεν θα μας ένοιαζε τι λένε οι άλλοι.
Αν θα πρέπει να βάλουμε μια τελεία στον κατήφορο, πρέπει να ξεκινήσουμε να σκεφτόμαστε την ταυτότητά μας στο σήμερα και στο αύριο. Θα πρέπει να ξεκινήσουμε από το ερώτημα: Τί είναι ελληνικό και τί είμαστε σήμερα; Και για να μην είναι η απάντηση αυτού του ερωτήματος «φτωχή», θα πρέπει να αποδεχτούμε πως «ελληνικό είναι αυτό μας δονεί και μας συγκινεί ως μετέχοντες της ημετέρας παιδείας» και στην συνέχεια να ανακαλύψουμε τι είναι αυτό!
Γιάννης Παπαϊωάννου
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου