Εγώ και η Αναμπελ

SHOWBIZ
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΟΓΛΗΣ

Εγώ και η Αναμπελ

«Ανθρωπος». Ετυμολογικά σημαίνει «άνω θρώσκω», δηλαδή «βλέπω ψηλά». Αυτό ακριβώς αισθανθήκαμε όταν είδαμε τον Γιάννη Βόγλη να μπαίνει στο φουαγέ του Νέου Θεάτρου Βασιλάκου. Αντικρίσαμε έναν πανύψηλο άνδρα, αγέρωχο, με το βλέμμα του διαρκώς ψηλά, να καλησπερίζει τους πάντες. Ηρθε κοντά μας και με δυνατή, αντρίκεια χειραψία μάς καλωσόρισε. Αν και έχει φτάσει τα 78 χρόνια, δεν έχει χάσει τίποτα από τη λεβεντιά και την αρρενωπότητά του, γνωρίσματα με τα οποία μαγνήτιζε το κοινό σε ταινίες όπως «Το χώμα βάφτηκε κόκκινο» και «Κορίτσια στον ήλιο».      

«Οταν είδα την Αν Λόμπεργκ είπα: Τι κούκλα ήταν αυτή!»

ΑΠΟ ΤΗ ΜΑΡΙΑ ΑΝΔΡΕΟΥ
Φωτό: Χρήστος Ζήνας

Γνώστης της τέχνης της φωτογραφίας, μας οδηγεί στο καμαρίνι του, όπου ανάβει όλα τα φώτα στους καθρέφτες, δημιουργώντας ιδανικό φόντο. «Τώρα θα έχεις το αποτέλεσμα που θέλεις» λέει γελώντας και αρχίζει να παίρνει πόζες μπροστά στον φακό του Χρήστου Ζήνα.

Ο αγέρωχος «Θείος Βάνιας» του Τσέχοφ, που «έτρωγε τη γη με τα χέρια του», στεκόταν -αυτοπροσώπως- ακριβώς μπροστά μας. Και όχι απλά ως ήρωας ρόλου. Με το που τελειώνει η φωτογράφιση, αρχίζει να μας ρωτάει για τα πάντα: για την καταγωγή μας, για το αν πηγαίνει καλά η δουλειά, αν η εφημερίδα μας αντέχει μέσα σ' αυτή τη λαίλαπα της οικονομικής κρίσης. Σαστίζουμε. Είναι εξαιρετικά σπάνιο καλλιτέχνης να δείχνει ειλικρινές ενδιαφέρον για τα πάντα, ακόμη και για τα οικογενειακά μας. Ο ηθοποιός που ανέβηκε στο σανίδι του Εθνικού Θεάτρου, του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος, που έδωσε την ψυχή του στις κρατικές θεατρικές και λυρικές σκηνές του Κύπρου, όπως είναι η Σκάλα της Λάρνακας, κατορθώνει το δυσκολότερο εγχείρημα: να παραμένει απλός!

Η αφήγηση της ζωής του θυμίζει μυθιστόρημα: Ο πατέρας του πέθανε στο αλβανικό μέτωπο, ο καλύτερος φίλος εκείνου παντρεύτηκε τη μητέρα του, ο καθηγητής φιλολογίας στο νυχτερινό σχολείο τον ώθησε να γίνει ηθοποιός, ο παντοτινός έρωτας με τη Σκοτσέζα γυναίκα του, ο θάνατος της αδερφής του σε νεαρή ηλικία, που τον τσάκισε.

Χείμαρος

Οι πληροφορίες μάς κατακλύζουν σαν χείμαρρος από έναν άνδρα που, όπως αναφέρει, δεν είχε ποτέ συναίσθηση της αρρενωπότητάς του, γιατί, αν είχε, «Αλίμονο!», θα είχε χάσει τον βαθύτερο στόχο της ζωής: την τέχνη και την οικογένειά του. Οταν η συζήτησή μας πηγαίνει στο μέλλον της χώρας, εκείνος δείχνει τη γη, στρέφοντας το βλέμμα στο έδαφος.

«Μόνο αυτή σε κάνει αυτάρκη και δυνατό» παραδέχεται. Και κάπου εκεί, μεταξύ αγροτικής ζωής και προτύπων αρρενωπότητας, η συζήτηση φτάνει στον ντελικανή μελισσοκόμο από την Κρήτη που ξετρέλανε τα θηλυκά και από άνθρωπος του βουνού μεταμορφώθηκε εν μια νυκτί σε tv star!

Από πού είναι η καταγωγή σας; Τι θυμάστε από τα παιδικά σας χρόνια;
Oι ρίζες μου είναι από τη Σμύρνη. Ο παππούς και ο πατέρας μου έφυγαν από τη Μικρά Ασία το 1922, περάσαν στη Χίο, αλλά κατέληξαν στην Κρήτη. Οι αδερφές του πατέρα μου έμειναν εκεί, αλλά εκείνος ήρθε να εργαστεί στην Αθήνα, όπου γνώρισε τη μητέρα μου. Η πλάκα είναι ότι, όταν επισκέφτηκα την Κρήτη, ανακάλυψα ότι έχω πολύ μεγάλο σόι και πολλές ανιψιές. Μάλιστα, δεύτερος ξάδερφός μου είναι ο μητροπολίτης Αρκαλοχωρίου Ανδρέας, για τον οποίο είμαι υπερήφανος.

Τα παιδικά μου χρόνια ήταν πολύ δύσκολα. Είμαι παιδί της Κατοχής. Ο πατέρας μου σκοτώθηκε στον πόλεμο, στο αλβανικό μέτωπο. Η μητέρα μου έμεινε χήρα σε νεαρή ηλικία. Η πείνα θέριζε τον κόσμο κι έτσι αποφάσισε να παντρευτεί τον παιδικό φίλο του πατέρα μου, τρία χρόνια μετά τον θάνατό του.

Τι φοβερό παιχνίδι της μοίρας! Τον αγαπούσε ή το έκανε μόνο από ανάγκη;
Το καταπληκτικό ήταν ότι και οι δύο ως παλικάρια ήταν γοητευμένοι από εκείνη. Μόλις ο πατέρας μου κατάλαβε ότι ο φίλος του θα τη ζητούσε σε γάμο, πρόλαβε και της έκανε πρώτος πρόταση. Η μητέρα μου δέχθηκε. Πώς ήρθαν, όμως, τα πράγματα, ο πατέρας μου σκοτώθηκε κι ήρθε η ώρα του φίλου του! Πάντως, σ' εμένα αυτός ο άνθρωπος στάθηκε καλύτερα κι από πατέρας. Για μένα ήταν ο μπαμπάς μου. Αυτόν γνώρισα. Υστερα από 13 χρόνια μού χάρισαν και μια αδερφούλα. Θυμάμαι ότι μέναμε στον Βύρωνα, στην Καισαριανή, και οι εκτελέσεις ήταν καθημερινότητα. Η μνήμη μου είναι χαραγμένη από τον θάνατο των αντιστασιακών. Ακόμη και τα παιχνίδια μας ως μικρά παιδιά ήταν τα όπλα από ξύλο. Οι κακουχίες δεν σταματούσαν. Ο πατριός μου ήταν αριστερός. Στον Εμφύλιο πήγε εξορία και ανέλαβα εγώ την οικογένεια. 

Με την αδερφή σας πρέπει να ήσασταν πολύ δεμένοι.
Ναι, ήμουν. Τη χάσαμε στα 40 χρόνια της, από καρκίνο. Τα δύο ανίψια μου δεν τα ξεχωρίζω από τα παιδιά μου και από την εγγόνα μου. Ηταν μεγάλο «χαστούκι» η απώλειά της. 

Από μικρός θέλατε να γίνετε ηθοποιός; Ηταν το όνειρό σας;
Πήγαινα σε νυχτερινό σχολείο. Το πρωί εργαζόμουν ως επιπλοποιός, μου άρεσε να δουλεύω το ξύλο. Μέχρι σήμερα φτιάχνω έπιπλα. Στο νυχτερινό όπου πήγαινα, ο καθηγητής φιλολογίας, ο κύριος Κοφινάς, με έβλεπε στις σχολικές εορτές και τις θεατρικές παραστάσεις και είχε καταλάβει το ταλέντο μου. Εγραφα κι ωραίες εκθέσεις, αλλά ήμουν ανορθόγραφος. Μου έλεγε: «Ομορφο το χωράφι σου, αλλά γεμάτο παπαρούνες». Παντού υπήρχαν διορθώσεις του με κόκκινο στιλό. Μου λέει, λοιπόν: «Αφού ξέρεις τους κανόνες, γιατί κάνεις λάθη;» Του απάντησα «Η σκέψη μου βιάζεται». Τότε με συμβούλεψε να γράφω την έκθεση στο μάθημα και στο διάλειμμα να τη διορθώνω. Ετσι έμαθα την έννοια της πειθαρχίας, που είναι λυτρωτική για τη ζωή.


Αυτός σας ώθησε στην υποκριτική;
Ο άνθρωπος αυτός φώναξε τη μάνα μου και της είπε ότι ο γιος της θα διαπρέψει ως ηθοποιός. Ηταν προοδευτικός, ιδεολόγος. Οταν είδα τη μητέρα μου στο σχολείο, νόμιζα ότι θα με απέβαλλαν και από αυτό το γυμνάσιο, γιατί ήμουν και λίγο άτακτος. Πηγαίνοντας στο σπίτι, η μαμά μου με ρώτησε: «Βρε, θέλεις να γίνεις ηθοποιός; Με την ευχή μου». Την προηγούμενη ημέρα είχαμε μια συζήτηση μ' αυτόν τον φωτεινό δάσκαλο. Με ρώτησε: «Τι θέλεις να γίνεις στη ζωή σου; Τι σε εκφράζει; Μίλα». Του απάντησα: «Καλλιτέχνης». «Να γίνεις ηθοποιός. Αλλά, αν δεν γίνεις αξιόλογος, αν δεν γίνεις κάτι, θα είσαι δυστυχής» με συμβούλεψε. Δεν τολμούσα ούτε στον εαυτό μου να πω ότι θέλω να πατήσω το σανίδι. Και αυτός μου το «έβγαλε». Ετσι πήγα στη Σχολή Κατσέλη. 

Οι δικοί σας σάς βοήθησαν οικονομικά για να σπουδάσετε;
Ο πατριός μου μού είπε «Εγώ είμαι εδώ». Στον δεύτερο χρόνο της σχολής είχα πάρει υποτροφία. Οι γονείς μου παρακολουθούσαν όλες τις παραστάσεις μου - στην πρώτη γραμμή. 

Συνεργαστήκατε με την Ελλη Λαμπέτη, με τον Μάνο Κατράκη, με μεγαθήρια της τέχνης. Τι θυμάστε από αυτούς;
Η Ελλη Λαμπέτη ήταν σπουδαία, αλλά ήθελε να καθοδηγεί τους νέους ηθοποιούς. Αυτό ερχόταν σε αντιδιαστολή με τις απόψεις του σκηνοθέτη, με αποτέλεσμα να υπάρχουν συγκρούσεις. Της τα είχα πει: «Μπερδεύεις τους ηθοποιούς. Ασε τον σκηνοθέτη να κάνει τη δουλειά του». Στην αρχή μού είχε θυμώσει, αλλά μετά μου ζήτησε να συνεργαστούμε και πάλι. Δεν προλάβαμε - πέθανε. 

Πώς γνωριστήκατε με τη γυναίκα σας;
Μέσα από την ταινία «Ερόικα» του Κακογιάννη. Η Μιράντα έπαιζε στην ταινία. Είχε έρθει στην Ελλάδα ύστερα από πρόσκληση μιας Ελληνίδας φίλης της, καθώς είναι Σκοτσέζα. Σ' ένα γύρισμα σε βίλα στην Κηφισιά -εγώ ακόμα σπούδαζα στη σχολή- την είδα και την ερωτεύτηκα κεραυνοβόλα. Αιθέριο πλάσμα! Παντρεύτηκα 23 ετών και στα 25 απέκτησα τον γιο μου. Επειτα ήρθε ο δεύτερος. Δεν σκέφτηκα ποτέ να χωρίσω. Μας δένει τεράστια αγάπη, που είναι πάνω από τον έρωτα. Με ακολουθούσε σ' όλα μου τα βήματα. Οταν της είπα «Πάμε στο Λονδίνο ή στην Αμερική για να ξεκινήσω εκεί την καριέρα μου», ποτέ δεν μου εναντιώθηκε. Με θαύμαζε, με πίστευε. Κράτησε την οικογένεια και ήταν μάνα. Είχε, όμως, και επίπεδο. 

Η καριέρα σας στον κινηματογράφο πώς ξεκίνησε;
Ζούσα στο Λονδίνο, όταν με πήραν τηλέφωνο από την Φίνος Φιλμ και μου πρότειναν να συμμετάσχω σε μια ταινία που θεωρούσαν σημαντική. Δεν ήξερα τον σκηνοθέτη Βασίλη Γεωργιάδη και είχα ενδοιασμούς. Αφού έφτασα με το αυτοκίνητο στο Μιλάνο, είχα δεύτερες σκέψεις και γύρισα πίσω. Στην επιστροφή, όμως, κάπου στη Γενεύη είπα μέσα μου: «Οχι! Θα πας στην Ελλάδα. Εδωσες τον λόγο σου. Τι βλακείες είναι αυτές;» Οταν πήρα το σενάριο του Νίκου Φώσκολου και διάβασα ό,τι έγραφε για τη γη, την ιδιοκτησία, τα κτήματα, την εξέγερση, είδα από κοντά τον Μάνο Κατράκη, τον Νίκο Κούρκουλο, άκουσα και τη μουσική του Μίμη Πλέσσα, κατάλαβα τη δυναμική της. Ο Βασίλης Γεωργιάδης έδωσε κύρος σε μια ταινία που ως βασικό μύθο είχε τον άσωτο υιό. Αλλά στην ουσία της μιλούσε για τους τσιφλικάδες και τους απλούς αγρότες, την εκμετάλλευση των πλουσίων. Η ταινία «Το χώμα βάφτηκε κόκκινο» ήταν το 1966 υποψήφια για Οσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας. 

Φαίνεται ότι τα έργα που αφορούν τη γη σάς ελκύουν σαν... Σειρήνες. Φέτος, στο Νέο Θέατρο Βασιλάκου, στην παράσταση «Θείος Βάνιας», υποδύεστε έναν σκαπανέα της γης, που ο στενός συγγενής του θέλει να πουλήσει το κτήμα τους. Αλήθεια, τι σημαίνει για τον άνθρωπο η γη;
Επιβίωση. Αυτάρκεια. Αυτό που έπρεπε τόσα χρόνια να είχαμε καταφέρει στη χώρα μας. Και δεν θα φοβόμασταν κανέναν. Αλλά, όταν ο θεσσαλικός κάμπος είναι σπαρμένος με βαμβάκι και όχι με σιτάρι, τι περιμένετε; Πρόσφατα, με κάλεσαν στη Θεσσαλία για να με τιμήσουν για την ταινία «Το χώμα βάφτηκε κόκκινο» και είδα ένα άλλο τοπίο. Τότε, στα γυρίσματα, ήταν μια «θάλασσα» σιταριού. Χάρηκα τη βράβευση, αλλά στενοχωρήθηκα από τα χωρισμένα χωράφια με βαμβάκι. Τους λέω «Ρε παιδιά, γιατί;». «Για τις επιδοτήσεις» μου απάντησαν. Οταν κάνεις τους αγρότες σου τεμπέληδες, έχεις τελειώσει ως χώρα... Εισάγουμε πατάτες, λεμόνια, σκόρδα; Ντροπή! Εδώ έβαλαν στα χωράφια φωτοβολταϊκά για να βγάλουν εύκολα χρήματα. Χρεώθηκαν σε τράπεζες και ποιο το αποτέλεσμα; Μπαίνουν «μέσα» και φορολογούνται. Ελεύθερος και αυτόνομος είσαι όταν καλλιεργείς με κόπο τη γη και σου φέρνει ντομάτα ή φρούτα.

Η ταινία «Κορίτσια στον ήλιο», επίσης υποψήφια για Οσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας το 1969, ήταν εκείνη που σας έκανε σταρ στις καρδιές των κοριτσιών.
Ηταν μια ιδέα του παραγωγού Κλέαρχου Κονιτσιώτη, σε σκηνοθεσία Βασίλη Γεωργιάδη, σενάριο Ιάκωβου Καμπανέλλη και μουσική Σταύρου Ξαρχάκου. Πρέπει να έβγαζα κάτι πρωτόγονο στον σκηνοθέτη και μου έδωσε έναν παρόμοιο ρόλο, του κτηνοτρόφου που ερωτεύτηκε την τουρίστρια και κατηγορήθηκε λανθασμένα για βιασμό, ενώ αυτός της προσέφερε τα περίφημα «μύγδαλα». Πάντως, δεν είχα αίσθηση της αρρενωπότητάς μου. Ημουν μικροπαντρεμένος και ζούσα μια άλλη πραγματικότητα, έχοντας το χρέος της οικογένειας. Δεν με ένοιαζαν οι θαυμάστριες. Αλίμονο, αν είχα γνώση! Δεν ήμουν ωραιοπαθής. Είχα την αγωνία να εδραιωθώ στο θέατρο. 

Εδώ, πριν από λίγο καιρό, ένας ωραίος Κρητικός μελισσοκόμος ήρθε για να διαδηλώσει στην Αθήνα και από μια φωτογραφία στο διαδίκτυο «στέφθηκε» ως το ανδρικό πρότυπο ομορφιάς. Πώς το βλέπετε όλο αυτό; Θεωρείτε πως υπάρχει έλλειψη του... είδους; 
Το είδα, το διάβασα και γέλασα κιόλας. Μου έκανε τρομερή εντύπωση. Προφανώς δεν υπάρχει πλέον αυτή η ανδρική ακατέργαστη ομορφιά. Η βιομηχανία της μόδας έχει φτιάξει πανομοιότυπα πρότυπα. Και μάλιστα, οι σχεδιαστές έχουν κάνει πιο άχαρες τις γυναίκες στο ντύσιμο -σαν να τις μισούν- και πιο κομψούς τους άνδρες. Στην εποχή μου, οι γυναίκες φορούσαν γόβες και εκπληκτικά φουστάνια, και ήταν όλες κούκλες. Τόνιζαν τη μέση τους, το μπούστο, τις γάμπες τους. Τώρα, στα περιοδικά είναι πιο καλά φροντισμένοι οι άνδρες. Μα, η χάρη είναι θηλυκού γένους! 

Η Αν Λόμπεργκ ήταν τόσο εκθαμβωτικά όμορφη; Σαν νεράιδα; 
Και λίγα λες! Ηταν σαν ξωτικό! Διασταύρωση Αμερικανίδας και Σουηδέζας. Οταν την είδα, είπα «Μα, τι κούκλα είναι αυτή; Σαν ψεύτικη!». Μείναμε πάντα δυο καλοί φίλοι και συνεχίζουμε μέχρι σήμερα. Εκείνη στο «Πάμε πακέτο» είχε πει ότι είχε γοητευτεί από εμένα στα γυρίσματα. Πιστέψτε με, δεν το κατάλαβα ποτέ, δεν το διαισθάνθηκα καν. 


Με τον Αλέκο Αλεξανδράκη ήσασταν φίλοι; Με τον Μάνο Κατράκη;
Ο Αλέκος Αλεξανδράκης είχε ζητήσει να με γνωρίσει και να δουλέψω στο θέατρό του. Ηταν ο πιο αριστοκρατικός άνθρωπος που έχω γνωρίσει. Και ο Γιάννης Φέρτης έχει στοιχεία από αυτή την αρχοντιά. Οπως εκτιμώ και τον Γιώργο Μιχαλακόπουλο, με τον οποίο ξεκινήσαμε μαζί στο θέατρο. Τον Μάνο Κατράκη τον θαύμαζα. Γνωριστήκαμε στο φιλμ «Το χώμα βάφτηκε κόκκινο» και μου έδωσε τον πρώτο ρόλο μου στο θέατρο. Αλλά μας σταμάτησε η χούντα και κατέβηκε η παράσταση. Αυτό που με απασχολούσε πάντα, από τα χρόνια του Κουν, ήταν το αρχαίο θέατρο. Είναι ο ακρογωνιαίος λίθος του πολιτισμού μας και χρειάζεται ειδική εκπαίδευση. Αυτά τα έλεγα και στις διοικήσεις των κρατικών θεάτρων και με έβλεπαν ως «κακό παιδί». Σκέφτομαι να κάνω, από τη νέα χρονιά, ένα είδος σεμιναρίου για το αρχαίο δράμα για τους νέους ηθοποιούς. Να μιλούν σωστά. Αν και με λυπεί η αποδόμηση του αρχαίου ελληνικού δράματος. Αλλά η ίδια η Επίδαυρος έχει τέτοια ενέργεια, που «πετάει» αυτούς που δεν τη σέβονται. Ο χώρος είναι ιερός, συμπαντικός.

Στη χούντα πώς ήταν τα πράγματα;
Εμένα δεν με πείραξαν. Με σέβονταν. Δεν με συνέλαβαν. Θα μπορούσα, άλλωστε, να έφευγα και στο εξωτερικό, στη Σκοτία. Μάλιστα, θα σας αποκαλύψω και μια παράξενη ιστορία: Ηθελα να νοικιάσω εκείνη την περίοδο ένα σπίτι για να πάω με την οικογένειά μου, γιατί έως τότε ζούσαμε με τη μάνα μου στη Γλυφάδα. Είδα ένα που μου άρεσε. Αλλά, όταν πήρα τηλέφωνο, ο άνθρωπος που μου μίλησε μου είπε να πάω στο Γενικό Επιτελείο Στρατού για να βρεθούμε από κοντά. Τότε βλέπω μπροστά μου έναν από τους πιο γνωστούς στρατηγούς της χούντας. Μου λέει: «Κύριε Βόγλη, σας εκτιμώ. Θα ήθελα να νοικιάσετε το σπίτι μου. Αλλά δεν το βλέπω φρόνιμο ούτε για εσάς ούτε για εμένα. Μένω στο από πάνω διαμέρισμα και δεν θα μπορούν να σας επισκέπτονται οι φίλοι σας». Το μήνυμα το έλαβα. Οταν έπεσε η χούντα, ο άνθρωπος αυτός πήγε φυλακή. Μόλις βγήκε, ήρθε και με είδε στο θέατρο. Δεν ήταν της CIA ή δάκτυλος των Αμερικανών. Ηταν ένας άνδρας που πίστευε πως με το κίνημα των Απριλιανών έκανε επανάσταση και ότι λειτουργούσε για το καλό της χώρας. 

Στην τηλεόραση έχετε πρωταγωνιστήσει σε 30 σειρές. Ποιες ξεχωρίζετε;
Ολες τις δουλειές με τον Μανούσο Μανουσάκη και τον Στράτο Μαρκίδη. Τα «Αγγιγμα ψυχής» και «Της αγάπης μαχαιριά». Συνειδητά έχω αποφασίσει να απέχω από τη μικρή οθόνη. Για να είσαι σήμερα στην τηλεόραση πρέπει να είσαι σεφ. Σε μια χώρα που πεινάει και περνάει δύσκολες ώρες, δεν είναι τρελό να υπάρχουν τόσες εκπομπές μαγειρικής με γκουρμέ συνταγές; Φάτε μάτια ψάρια και κοιλιά περίδρομο! Εχει γίνει δύσκολος ο χώρος για τους ηθοποιούς. Ευτυχώς που τα παιδιά μου δεν ασχολήθηκαν με το θέατρο, αν και δεν τα εμπόδισα. 

Σήμερα ζούμε έναν οικονομικό πόλεμο. Η Ελλάδα φτωχοποιείται, η γειτονιά μας φλέγεται με τον πόλεμο στη Συρία και ορδές προσφύγων κατακλύζουν τη χώρα. Στο όλο σκηνικό έρχονται να προστεθούν και οι τεταμένες σχέσεις Ρωσίας - Τουρκίας. Φοβάστε μια γενικευμένη «έκρηξη»;
Στην Ευρώπη χτίζονται νέα τείχη, όπως αυτό που έπεσε στο Βερολίνο. Για να μην μπουν άλλοι πρόσφυγες και οικονομικοί μετανάστες. Οι Γερμανοί, από τη φύση τους, είναι λαός με επεκτατικές βλέψεις. Δεν πίστεψα ποτέ στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Υπάρχουν τόσο διαφορετικοί πολιτισμοί στην Ευρώπη, που δεν μπορούν να ξεπεραστούν και ιστορικά οι νοοτροπίες τους και οι αντιθέσεις τους. Πάντως, σιγά σιγά, οι χώρες του Νότου αρχίζουν να σηκώνουν κεφάλι στον πλούσιο Βορρά που μας θέλει αποικία του. Αυτή η Ευρώπη θα διαλυθεί. Η ανθρωπιστική κρίση είναι μεγάλη. Οσο για ένα μεγαλύτερο «μπαμ» στην περιοχή, το απεύχομαι. Αλλά, όταν οι ισχυροί του κόσμου θέλουν να συσσωρεύσουν πλούτο, πάντα παίζουν με τις τύχες των λαών. Σκοτώνονται άνθρωποι για τα συμφέροντα. 

Θεωρείτε ότι η χώρα μας θα αντέξει αυτούς τους κραδασμούς;
Είμαστε από ισχυρή γενιά. Εχουμε ζήσει μεγάλες προσφυγιές - το 1922, μετά την Κατοχή και με το Κυπριακό. Η Ελλάδα θα επιβιώσει, γιατί δεν είναι απλά μια χώρα, αλλά ιδεολογία. Εχει μάθει να πολεμάει και να ξανασηκώνεται. Στη δυσκολότερη φάση μας, δίνουμε χέρι βοήθειας στους πρόσφυγες. Τους βγάζουμε από τη θάλασσα, τους φιλοξενούμε. Οι Ελληνες είναι ο πιο «ζεστός» λαός στον κόσμο.


Πηγή
Μοιραστείτε το στο Google Plus

1ki1 news - 1ki1news

Το 1ki1 News Group είναι πολυσυλλεκτικός διαδικτυακός τόπος που ανανεώνεται συνεχώς, όλο το 24ώρο, όλο τον χρόνο.

0 σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου