Προς τον κ. Υπουργό Εξωτερικών.
Μετά την απόφαση της Συνέλευσης του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, με την οποία παραχωρήθηκε στην Παλαιστινιακή Αρχή το καθεστώς του κράτους-μη μέλους του ΟΗΕ, που συνεπάγεται αναγνώριση κρατικής οντότητας - γεγονός που χαιρετίστηκε από την παλαιστινιακή πλευρά ως συμβολική και διπλωματική επιτυχία. Πρόκειται για μια εξέλιξη που συμβάλλει στην ειρήνη και στη σταθερότητα στην περιοχή, καθώς, όπως δήλωσε ο πρόεδρος της Παλαιστινιακής Αρχής, Μαχμούντ Αμπάς, στόχος είναι η αναβίωση της βαλτωμένης εδώ και καιρό, ειρηνευτικής διαδικασίας: ένα ειρηνικό και σταθερό περιβάλλον αποτελεί την καλύτερη εγγύηση για την ασφάλεια και του κράτους του Ισραήλ.
Ωστόσο η κυβέρνηση του Κράτους του Ισραήλ αποφάσισε να προβεί σε αντίποινα εναντίον των Παλαιστινίων . Αρνείται έτσι να καταβάλει, ως όφειλε, στην Παλαιστινιακή Αρχή παρακρατούμενους φόρους και δασμούς και παράλληλα εξήγγειλε πρόγραμμα ανέγερσης 3.000 κατοικιών για εποίκους στα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη και μάλιστα με τρόπου που να αποκόπτονται τα παλαιστινιακά εδάφη (παρά την αναγνώριση της Γ.Σ. του ΟΗΕ) από την Ανατολική Ιερουσαλήμ. Πρόκειται για ενέργειες παράνομες καθώς παραβιάζουν το διεθνές δίκαιο και οι οποίες στρέφονται ευθέως κατά της Διεθνούς Κοινότητας.
Εξ ου και οι άμεσες αντιδράσεις κορυφαίων διεθνών παραγόντων. Ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ, Μπαν Κι Μουν χαρακτήρισε την απόφαση της ισραηλινής κυβέρνησης «θανάσιμο πλήγμα» για τη συνέχιση των διαπραγματεύσεων για την ειρηνική λύση του Παλαιστινιακού. Η κυβέρνηση των ΗΠΑ κάλεσε την κυβέρνηση του Ισραήλ να μην εφαρμόσει αυτή την απόφαση. Το ίδιο έκανε και η Ύπατη Εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Ένωσης για θέματα Εξωτερικής Πολιτικής, Κάθριν Άστον. Η Γαλλία και Βρετανία κάλεσαν τους ισραηλινούς πρέσβεις σε Λονδίνο και Παρίσι να δώσουν εξηγήσεις και δήλωσαν ότι εξετάζουν την πιθανότητα ανάκλησης των πρέσβεών τους από το Τελ Αβίβ. Ακόμα και η γερμανική Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση, για την οποία η αλληλεγγύη με το Κράτος του Ισραήλ είναι «ζήτημα ύψιστου κρατικού συμφέροντος» (Raison d’Etat), προέβη σε αυστηρή δήλωση.
Η Ελλάδα, η οποία ψήφισε στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ υπέρ της αναγνώρισης της Παλαιστίνης μαζί με άλλα 137 κράτη, δεν έχει προβεί, από όσο γνωρίζουμε, σε καμία ενέργεια.
Ερωτάται ο κ. Υπουργός:
1. Σκοπεύει η ελληνική κυβέρνηση να συνταχθεί με τη στάση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ, να καταδικάσει την προκλητική ενέργεια του Ισραήλ και να επιδείξει αλληλεγγύη με τον λαό της Παλαιστίνης; Ή σκοπεύει να συνεχίσει αυτό το ιδιότυπο καθεστώς «αφωνίας»;
2. Θεωρεί ότι η θετική ψήφος στη Γενική Συνέλευση υπέρ της αναγνώρισης του νέου καθεστώτος της Παλαιστινιακής Αρχής, εξαντλεί όλη την πολιτική της έναντι του ισραηλινο-παλαιστινιακού ζητήματος;
3. Με δεδομένη την πρόσφατη αναβάθμιση των επαφών της με την ισραηλινή πλευρά, η ελληνική κυβέρνηση θεωρεί ότι μπορεί να την επηρεάσει αναφορικά με το συγκεκριμένο θέμα;
Οι ερωτώντες βουλευτές
Θοδωρής Δρίτσας
Ειρήνη Δούρου
Μετά την απόφαση της Συνέλευσης του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, με την οποία παραχωρήθηκε στην Παλαιστινιακή Αρχή το καθεστώς του κράτους-μη μέλους του ΟΗΕ, που συνεπάγεται αναγνώριση κρατικής οντότητας - γεγονός που χαιρετίστηκε από την παλαιστινιακή πλευρά ως συμβολική και διπλωματική επιτυχία. Πρόκειται για μια εξέλιξη που συμβάλλει στην ειρήνη και στη σταθερότητα στην περιοχή, καθώς, όπως δήλωσε ο πρόεδρος της Παλαιστινιακής Αρχής, Μαχμούντ Αμπάς, στόχος είναι η αναβίωση της βαλτωμένης εδώ και καιρό, ειρηνευτικής διαδικασίας: ένα ειρηνικό και σταθερό περιβάλλον αποτελεί την καλύτερη εγγύηση για την ασφάλεια και του κράτους του Ισραήλ.
Ωστόσο η κυβέρνηση του Κράτους του Ισραήλ αποφάσισε να προβεί σε αντίποινα εναντίον των Παλαιστινίων . Αρνείται έτσι να καταβάλει, ως όφειλε, στην Παλαιστινιακή Αρχή παρακρατούμενους φόρους και δασμούς και παράλληλα εξήγγειλε πρόγραμμα ανέγερσης 3.000 κατοικιών για εποίκους στα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη και μάλιστα με τρόπου που να αποκόπτονται τα παλαιστινιακά εδάφη (παρά την αναγνώριση της Γ.Σ. του ΟΗΕ) από την Ανατολική Ιερουσαλήμ. Πρόκειται για ενέργειες παράνομες καθώς παραβιάζουν το διεθνές δίκαιο και οι οποίες στρέφονται ευθέως κατά της Διεθνούς Κοινότητας.
Εξ ου και οι άμεσες αντιδράσεις κορυφαίων διεθνών παραγόντων. Ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ, Μπαν Κι Μουν χαρακτήρισε την απόφαση της ισραηλινής κυβέρνησης «θανάσιμο πλήγμα» για τη συνέχιση των διαπραγματεύσεων για την ειρηνική λύση του Παλαιστινιακού. Η κυβέρνηση των ΗΠΑ κάλεσε την κυβέρνηση του Ισραήλ να μην εφαρμόσει αυτή την απόφαση. Το ίδιο έκανε και η Ύπατη Εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Ένωσης για θέματα Εξωτερικής Πολιτικής, Κάθριν Άστον. Η Γαλλία και Βρετανία κάλεσαν τους ισραηλινούς πρέσβεις σε Λονδίνο και Παρίσι να δώσουν εξηγήσεις και δήλωσαν ότι εξετάζουν την πιθανότητα ανάκλησης των πρέσβεών τους από το Τελ Αβίβ. Ακόμα και η γερμανική Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση, για την οποία η αλληλεγγύη με το Κράτος του Ισραήλ είναι «ζήτημα ύψιστου κρατικού συμφέροντος» (Raison d’Etat), προέβη σε αυστηρή δήλωση.
Η Ελλάδα, η οποία ψήφισε στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ υπέρ της αναγνώρισης της Παλαιστίνης μαζί με άλλα 137 κράτη, δεν έχει προβεί, από όσο γνωρίζουμε, σε καμία ενέργεια.
Ερωτάται ο κ. Υπουργός:
1. Σκοπεύει η ελληνική κυβέρνηση να συνταχθεί με τη στάση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ, να καταδικάσει την προκλητική ενέργεια του Ισραήλ και να επιδείξει αλληλεγγύη με τον λαό της Παλαιστίνης; Ή σκοπεύει να συνεχίσει αυτό το ιδιότυπο καθεστώς «αφωνίας»;
2. Θεωρεί ότι η θετική ψήφος στη Γενική Συνέλευση υπέρ της αναγνώρισης του νέου καθεστώτος της Παλαιστινιακής Αρχής, εξαντλεί όλη την πολιτική της έναντι του ισραηλινο-παλαιστινιακού ζητήματος;
3. Με δεδομένη την πρόσφατη αναβάθμιση των επαφών της με την ισραηλινή πλευρά, η ελληνική κυβέρνηση θεωρεί ότι μπορεί να την επηρεάσει αναφορικά με το συγκεκριμένο θέμα;
Οι ερωτώντες βουλευτές
Θοδωρής Δρίτσας
Ειρήνη Δούρου
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου