Γράφει ο Παναγιώτης Αποστόλου
Το 1963, οι θεατρικοί συγγραφείς Χρήστου και Γιαννακόπουλος, μεταφέρουν στον κινηματογράφο, τη θεατρική κωμωδία, «Της κακομοίρας», που είναι ευρέως γνωστό ως «ο μπακαλόγατος». Μέσα σ΄αυτήν την καταπληκτική ταινία υπάρχουν χαρακτηριστικές στιγμές λογομαχιών ενός μπακαλόγατου (υπάλληλου μπακάλικου), του Ζήκου (Κώστας Χατζηχρήστος) και του αφεντικού του, ιδιοκτήτη του μπακάλικου, Παντελή (Κώστας Δούκας). Ο Ζήκος είναι επαρχιώτης από το Καρπενήσι και είναι ερωτευμένος με την όμορφη Φιφίκα (Νέλη Παππά), η οποία, θέλει να παίξει μαζί του, προσποιούμενη ότι ανταποκρίνεται, γιατί στην πραγματικότητα αγαπάει τον Κιτσάρα (Νίκος Ρίζος). Ο Παντελής αν και προχωρημένης ηλικίας θέλει για λογαριασμό του τη νεαρή φίλη της Φιφίκας, Λίτσα (Ντίνα Τριάντη). Ο Ζήκος τον κοροϊδεύει για την επιλογή του, αλλά αυτός δεν πτοείται. Προχωρεί στους αρραβώνες, σε συνεννόηση με τον πατέρα της Λίτσας (Νίκος Φέρμας) και ερήμην της ίδιας. Ο Παντελής με τον πατέρα της Λίτσας αποφασίζουν να αρραβωνιαστεί η Λίτσα τον Παντελή. Η Λίτσα μόλις το μαθαίνει τρομάζει μόνο με την ιδέα γι' αυτό προσπαθεί να το αποφύγει. Στο τέλος, Ζήκος και Παντελής, μένουν «μπουκάλα».
Βλέποντας αυτή την ταινία, αλλά και τόσες άλλες του παλιού Ελληνικού σινεμά, εμείς οι παλαιότεροι νοσταλγούμε εκείνη την φτωχική αλλά πανέμορφη Αθήνα καθώς, επίσης, την τρυφερότητα και συνάμα την αθωότητα που εκπέμπουν αυτές οι ταινίες. Οι δε νεώτεροι δεν χορταίνουν να τις παρακολουθούν συνέχεια, καθώς εκστασιάζονται από την ερμηνεία αυτών των ιερών τεράτων της υποκριτικής, που αποτελούν μέρος της πολιτισμικής μας κληρονομιάς. Σ΄αυτές τις ταινίες, προβάλλονται σκηνές από το παρελθόν που δυστυχώς έφυγαν ανεπιστρεπτί.
Σ΄αυτή την ονειρεμένη Αθήνα που παρουσιάζεται στις παλαιές Ελληνικές ταινίες, έζησε και ο υπογράφον. Σε μια Αθήνα που προσπαθούσε να ζήσει, ξεπερνώντας τις οδυνηρές συνέπειες που προκάλεσε η αλαζονεία, η παραφροσύνη και η φασιστική νοοτροπία του Αδόλφου Χίτλερ της ναζιστικής Γερμανίας, που αιματοκύλησε κατά την διάρκεια του Β΄παγκοσμίου πολέμου, τη χώρα μας και την εξαθλίωσε οικονομικά για ολόκληρες δεκαετίες. Αυτοί οι αιμοσταγείς πρόγονοι της κ. Μέρκελ, επέδειξαν εξαιρετική αγριότητα κατά του Ελληνικού λαού στα χρόνια της κατοχής της Ελλάδος. Έσφαζαν αβίαστα, χωρίς διάκριση γυναικόπαιδα, ηλικιωμένους, ιερείς και ανήμπορους ανθρώπους που δεν τους έβλαπταν, σκότωναν όποιον άμαχο έβρισκαν στο δρόμο τους. Εκτελούσαν εν ψυχρώ μικρούς και μεγάλους, ακόμη και βρέφη. Έβαζαν φωτιά σε ολόκληρα χωριά και ξεκλήριζαν οικογένειες. Δημιούργησαν γενοκτονία κατά της Ελλάδος και του λαού της. Αυτά όλα προσπαθούσε να ξεπεράσει και η Αθήνα μας, μια μικρή πόλη για τα σημερινά δεδομένα, αλλά ταυτόχρονα τόσο ανθρώπινη και φιλική.
Από κάποια γωνιά του Κεραμικού (Μυκάλης 19), ξεκινούσα το πρωί για το 49ο δημοτικό σχολείο, στην πλατεία Κουμουνδούρου. Το πρωινό ξύπνημα γινόταν σε ένα σπίτι δυο δωματίων, όπου προσπαθούσαν και ζούσαν πέντε άτομα και ζεσταίνονταν με μια «γκαζιέρα». Το πρωινό γεύμα ήταν γαλατάκι χύμα που μας έφερνε ο γαλατάς (ακολούθησαν οι «ΕΒΓΑ» της γειτονιάς) και δυο φέτες ψωμί αλειμμένες με λαδάκι και ζαχαρίτσα. Σπάνια πολυτέλεια, εάν το επέτρεπαν τα οικονομικά της οικογένειας, ένα μικρό κουτάκι ζαχαρούχο γάλα «Βλάχας», που τρέλαινε τα παιδιά της ηλικίας μου. Μετά το σχολείο, στο προαύλιο του Αϊ Γιώργη ή στους γύρω χωματόδρομους, στήναμε ποδοσφαιρικό αγώνα με μπάλες φτιαγμένες από υφάσματα και όταν περνούσε κάποιο αυτοκίνητο, σπάνια περίπτωση, φωνάζαμε «σύρμα» για να σταματήσουμε, προκειμένου να περάσει. Όλα αυτά γίνονταν, πριν την ώρα κοινής ησυχίας (2-5 το μεσημέρι) που δεν τολμούσε κανείς να ταράξει ή μετά τη λήξη της. Στην ώρα κοινής ησυχίας, ώρα απόλυτου σεβασμού για τους γείτονες, δεν ακουγόταν ούτε ο γύφτος με την αρκούδα και το ντέφι που σατίριζε την επικαιρότητα, ούτε και ο γανωτζής που γυάλιζε με το περίεργο μηχάνημά του, τα μαχαιροπίρουνα των οικογενειών. Το μόνο που ίσως, ακουγόταν, ήταν η φωνή του κυρ Γιάννη του παντοπώλη που καλούσε τη γειτόνισσα να προσέλθει στο μπακάλικο γιατί την ζητούσαν στο τηλέφωνο. Σ΄αυτήν την Αθήνα, όλοι κυκλοφορούσαν στους δρόμους χωρίς φόβο και έλυναν τα προβλήματά τους στα « λαϊκά δικαστήρια », των αυλών και των πεζοδρομίων των σπιτιών. Σ΄ αυτήν την πόλη, των θερινών σινεμά που ο περίγυρος τους μοσχοβολούσε γιασεμί και οι άνθρωποι στοιβάζονταν στην «ουρά» των ταμείων για να διασκεδάσουν βλέποντας τον Χατζηχρήστο, το Σταυρίδη, τον Κωνσταντάρα, τη Βουγιουκλάκη, την Καρέζη, τον Ηλιόπουλο και τόσα άλλα ιερά τέρατα, έζησα!. Στα θερινά σινεμά της γειτονιάς μου, το «Περουζέ», το «Λαού», το «Κεραμικό», το «σάμαλι, πασατέμπο, τσιπς, κοκ» των διαλλειμάτων και της «σινιάλκο», πήγαινα σαν παιδί.
Όμως, από εκείνη την ήσυχη Αθήνα των ονείρων μας, έχει τεράστια διαφορά η σημερινή, όπου οι κάτοικοί της κατά ένα μεγάλο ποσοστό είναι μετανάστες, οι περισσότεροι παράνομοι και στοιβάζονται μέσα σε μικρά εκμισθωμένα διαμερίσματα με αποτέλεσμα να τίθεται εκτός των άλλων και τεράστιο ζήτημα υγιεινής. Στην Αθήνα του σήμερα η εγκληματικότητα έχει ακουμπήσει το κόκκινο και στους δρόμους της πλέον, μέρα μεσημέρι, βλέπεις νέους ανθρώπους να κάνουν χρήση ηρωίνης ενώ μπροστά στα μάτια περαστικών, γίνεται αγοροπωλησία ναρκωτικών. Σε αυτήν την Αθήνα επί εικοσιτετραώρου βάσεως βλέπεις γυναίκες από όλη την υφήλιο να επιδίδονται στον αγοραίο έρωτα και «ανθεί» το παραεμπόριο εις βάρος μικροεπιχειρηματίων, που πληρώνουν κανονικά τους φόρους τους στο ελληνικό δημόσιο ενώ παράλληλα βλέπουν να ευτελίζεται η αξία της περιουσίας τους.
Κύριοι υπεύθυνοι αυτής της σημερινής εικόνας της Αθήνας, όλες οι Κυβερνήσεις μετά την μεταπολίτευση. Όλοι αυτοί που άφησαν να διογκωθεί το τεράστιο θέμα της λαθρομετανάστευσης, χωρίς να κάνουν απολύτως τίποτα, που θα απέβαινε επ΄ ωφελεία του Αθηναίου πολίτη. Αντίθετα μάλιστα, μεγαλοποίησαν το πρόβλημα με την υπογραφή του κοινοτικού κανονισμού «Δουβλίνο ΙΙ», τον Φεβρουάριο του 2003 επί κυβερνήσεως ΠΑΣΟΚ, από τον Υπουργό Εξωτερικών, Γιώργο Παπανδρέου και τον Υπουργό Δημόσιας Τάξης, Μιχάλη Χρυσοχοΐδη. Τότε, υπέγραψαν χωρίς σοβαρές ασφαλιστικές δικλίδες, ένα κανονισμό ο οποίος προβλέπει για την λαθρομετανάστευση, πως όποιος λαθρομετανάστης εισέλθει παράνομα σε Ευρωπαϊκή χώρα και συλληφθεί δεν θα επιστρέφει στην χώρα καταγωγής του αλλά στη χώρα της Ε.Ε. στην οποία εισήλθε πρώτα. Με βάσει, λοιπόν, τα επίσημα στοιχεία της Ε.Ε., το 90% των λαθρομεταναστών της Ευρώπης, εισβάλλουν στον Ελλαδικό χώρο και ακολούθως μεταβαίνουν σε άλλη Ευρωπαϊκή χώρα όπου και συλλαμβάνονται. Τότε η χώρα αυτή εκτελώντας τον κοινοτικό κανονισμό, τους επιστρέφει στην Ελλάδα. Έτσι, η Ελλάδα έγινε πύλη εισόδου των λαθρομεταναστών και μοιραία μετατράπηκε σε αποθήκη των παράνομων μεταναστών. Όσο δε, η χώρα εξακολουθεί να δεσμεύεται από την υπογραφή του κανονισμού «Δουβλίνο ΙΙ», τόσο μεγαλύτερες και πολύπλευρες διαστάσεις αποκτά το πρόβλημα στην Ελληνική κοινωνία που επί δεκαετίες στερείται μιας συγκροτημένης μεταναστευτικής πολιτικής.
Το πρόβλημα παραμένει άλυτο και στις ημέρες μας, επί Υπουργίας Προστασίας του πολίτη, κ. Δένδια, της τρικομματικής Κυβερνήσεως των κυρίων Σαμαρά, Βενιζέλου και Κουβέλη. Εκπόνησαν, λοιπόν, ένα γιγαντιαίο πρόγραμμα, το οποίο απλώνεται σε όλη την Ελλάδα και θεωρούν πως θα κτυπήσει τη λαθρομετανάστευση στη ρίζα της. Του έδωσαν δε, παραπλανητικά, την κωδική ονομασία «Ξένιος Ζευς». Υποτιθέμενος, στόχος αυτού του προγράμματος είναι να μη μπει κανένας λαθρομετανάστης πλέον, από τα ΒΑ σύνορά μας και ταυτόχρονα να εκκαθαριστεί το κέντρο της Αθήνας. Μέχρι σήμερα, όμως, δεν έχει υπάρξει κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα στην ευρύτερη περιοχή των Αθηνών και ταυτόχρονα η συνεχής μεταφορά παράνομων μεταναστών στα κέντρα υποδοχής και κράτησης άλλων πόλεων, έχει δημιουργήσει τεράστια προβλήματα στους κατοίκους αυτών των πόλεων καθώς είναι ωρολογιακές βόμβες, έτοιμες να εκραγούν.
Στο σημείο αυτό, λοιπόν, θα πρέπει να γνωρίζουν οι κρατούντες πως, όταν η κρατική εξουσία αδυνατεί να επιτελέσει τις κατ΄ εξοχήν βασικές λειτουργίες της, που είναι η προστασία των πολιτών (ζωή, υγεία, παιδεία, περιουσία), τότε υποκαθίστανται από άλλες ομάδες, οι οποίες θα παίξουν το ρόλο του κράτους.
Το σίγουρο είναι πως αυτή η πόλη των θεών, η πόλη που κοσμείται από το μεγαλύτερης παγκόσμιας πολιτιστικής αξίας, Ναό του Παρθενώνα, πολύ σύντομα θα τους εκδικηθεί!!! Ας αφουγκραστούν έγκαιρα, τις όποιες τύψεις έχουν και τις Ερινύες που τους ακολουθούν στον ύπνο τους και ας κάνουν κάτι γι΄ αυτήν έστω και την τελευταία στιγμή.
Το 1963, οι θεατρικοί συγγραφείς Χρήστου και Γιαννακόπουλος, μεταφέρουν στον κινηματογράφο, τη θεατρική κωμωδία, «Της κακομοίρας», που είναι ευρέως γνωστό ως «ο μπακαλόγατος». Μέσα σ΄αυτήν την καταπληκτική ταινία υπάρχουν χαρακτηριστικές στιγμές λογομαχιών ενός μπακαλόγατου (υπάλληλου μπακάλικου), του Ζήκου (Κώστας Χατζηχρήστος) και του αφεντικού του, ιδιοκτήτη του μπακάλικου, Παντελή (Κώστας Δούκας). Ο Ζήκος είναι επαρχιώτης από το Καρπενήσι και είναι ερωτευμένος με την όμορφη Φιφίκα (Νέλη Παππά), η οποία, θέλει να παίξει μαζί του, προσποιούμενη ότι ανταποκρίνεται, γιατί στην πραγματικότητα αγαπάει τον Κιτσάρα (Νίκος Ρίζος). Ο Παντελής αν και προχωρημένης ηλικίας θέλει για λογαριασμό του τη νεαρή φίλη της Φιφίκας, Λίτσα (Ντίνα Τριάντη). Ο Ζήκος τον κοροϊδεύει για την επιλογή του, αλλά αυτός δεν πτοείται. Προχωρεί στους αρραβώνες, σε συνεννόηση με τον πατέρα της Λίτσας (Νίκος Φέρμας) και ερήμην της ίδιας. Ο Παντελής με τον πατέρα της Λίτσας αποφασίζουν να αρραβωνιαστεί η Λίτσα τον Παντελή. Η Λίτσα μόλις το μαθαίνει τρομάζει μόνο με την ιδέα γι' αυτό προσπαθεί να το αποφύγει. Στο τέλος, Ζήκος και Παντελής, μένουν «μπουκάλα».
Βλέποντας αυτή την ταινία, αλλά και τόσες άλλες του παλιού Ελληνικού σινεμά, εμείς οι παλαιότεροι νοσταλγούμε εκείνη την φτωχική αλλά πανέμορφη Αθήνα καθώς, επίσης, την τρυφερότητα και συνάμα την αθωότητα που εκπέμπουν αυτές οι ταινίες. Οι δε νεώτεροι δεν χορταίνουν να τις παρακολουθούν συνέχεια, καθώς εκστασιάζονται από την ερμηνεία αυτών των ιερών τεράτων της υποκριτικής, που αποτελούν μέρος της πολιτισμικής μας κληρονομιάς. Σ΄αυτές τις ταινίες, προβάλλονται σκηνές από το παρελθόν που δυστυχώς έφυγαν ανεπιστρεπτί.
Σ΄αυτή την ονειρεμένη Αθήνα που παρουσιάζεται στις παλαιές Ελληνικές ταινίες, έζησε και ο υπογράφον. Σε μια Αθήνα που προσπαθούσε να ζήσει, ξεπερνώντας τις οδυνηρές συνέπειες που προκάλεσε η αλαζονεία, η παραφροσύνη και η φασιστική νοοτροπία του Αδόλφου Χίτλερ της ναζιστικής Γερμανίας, που αιματοκύλησε κατά την διάρκεια του Β΄παγκοσμίου πολέμου, τη χώρα μας και την εξαθλίωσε οικονομικά για ολόκληρες δεκαετίες. Αυτοί οι αιμοσταγείς πρόγονοι της κ. Μέρκελ, επέδειξαν εξαιρετική αγριότητα κατά του Ελληνικού λαού στα χρόνια της κατοχής της Ελλάδος. Έσφαζαν αβίαστα, χωρίς διάκριση γυναικόπαιδα, ηλικιωμένους, ιερείς και ανήμπορους ανθρώπους που δεν τους έβλαπταν, σκότωναν όποιον άμαχο έβρισκαν στο δρόμο τους. Εκτελούσαν εν ψυχρώ μικρούς και μεγάλους, ακόμη και βρέφη. Έβαζαν φωτιά σε ολόκληρα χωριά και ξεκλήριζαν οικογένειες. Δημιούργησαν γενοκτονία κατά της Ελλάδος και του λαού της. Αυτά όλα προσπαθούσε να ξεπεράσει και η Αθήνα μας, μια μικρή πόλη για τα σημερινά δεδομένα, αλλά ταυτόχρονα τόσο ανθρώπινη και φιλική.
Από κάποια γωνιά του Κεραμικού (Μυκάλης 19), ξεκινούσα το πρωί για το 49ο δημοτικό σχολείο, στην πλατεία Κουμουνδούρου. Το πρωινό ξύπνημα γινόταν σε ένα σπίτι δυο δωματίων, όπου προσπαθούσαν και ζούσαν πέντε άτομα και ζεσταίνονταν με μια «γκαζιέρα». Το πρωινό γεύμα ήταν γαλατάκι χύμα που μας έφερνε ο γαλατάς (ακολούθησαν οι «ΕΒΓΑ» της γειτονιάς) και δυο φέτες ψωμί αλειμμένες με λαδάκι και ζαχαρίτσα. Σπάνια πολυτέλεια, εάν το επέτρεπαν τα οικονομικά της οικογένειας, ένα μικρό κουτάκι ζαχαρούχο γάλα «Βλάχας», που τρέλαινε τα παιδιά της ηλικίας μου. Μετά το σχολείο, στο προαύλιο του Αϊ Γιώργη ή στους γύρω χωματόδρομους, στήναμε ποδοσφαιρικό αγώνα με μπάλες φτιαγμένες από υφάσματα και όταν περνούσε κάποιο αυτοκίνητο, σπάνια περίπτωση, φωνάζαμε «σύρμα» για να σταματήσουμε, προκειμένου να περάσει. Όλα αυτά γίνονταν, πριν την ώρα κοινής ησυχίας (2-5 το μεσημέρι) που δεν τολμούσε κανείς να ταράξει ή μετά τη λήξη της. Στην ώρα κοινής ησυχίας, ώρα απόλυτου σεβασμού για τους γείτονες, δεν ακουγόταν ούτε ο γύφτος με την αρκούδα και το ντέφι που σατίριζε την επικαιρότητα, ούτε και ο γανωτζής που γυάλιζε με το περίεργο μηχάνημά του, τα μαχαιροπίρουνα των οικογενειών. Το μόνο που ίσως, ακουγόταν, ήταν η φωνή του κυρ Γιάννη του παντοπώλη που καλούσε τη γειτόνισσα να προσέλθει στο μπακάλικο γιατί την ζητούσαν στο τηλέφωνο. Σ΄αυτήν την Αθήνα, όλοι κυκλοφορούσαν στους δρόμους χωρίς φόβο και έλυναν τα προβλήματά τους στα « λαϊκά δικαστήρια », των αυλών και των πεζοδρομίων των σπιτιών. Σ΄ αυτήν την πόλη, των θερινών σινεμά που ο περίγυρος τους μοσχοβολούσε γιασεμί και οι άνθρωποι στοιβάζονταν στην «ουρά» των ταμείων για να διασκεδάσουν βλέποντας τον Χατζηχρήστο, το Σταυρίδη, τον Κωνσταντάρα, τη Βουγιουκλάκη, την Καρέζη, τον Ηλιόπουλο και τόσα άλλα ιερά τέρατα, έζησα!. Στα θερινά σινεμά της γειτονιάς μου, το «Περουζέ», το «Λαού», το «Κεραμικό», το «σάμαλι, πασατέμπο, τσιπς, κοκ» των διαλλειμάτων και της «σινιάλκο», πήγαινα σαν παιδί.
Όμως, από εκείνη την ήσυχη Αθήνα των ονείρων μας, έχει τεράστια διαφορά η σημερινή, όπου οι κάτοικοί της κατά ένα μεγάλο ποσοστό είναι μετανάστες, οι περισσότεροι παράνομοι και στοιβάζονται μέσα σε μικρά εκμισθωμένα διαμερίσματα με αποτέλεσμα να τίθεται εκτός των άλλων και τεράστιο ζήτημα υγιεινής. Στην Αθήνα του σήμερα η εγκληματικότητα έχει ακουμπήσει το κόκκινο και στους δρόμους της πλέον, μέρα μεσημέρι, βλέπεις νέους ανθρώπους να κάνουν χρήση ηρωίνης ενώ μπροστά στα μάτια περαστικών, γίνεται αγοροπωλησία ναρκωτικών. Σε αυτήν την Αθήνα επί εικοσιτετραώρου βάσεως βλέπεις γυναίκες από όλη την υφήλιο να επιδίδονται στον αγοραίο έρωτα και «ανθεί» το παραεμπόριο εις βάρος μικροεπιχειρηματίων, που πληρώνουν κανονικά τους φόρους τους στο ελληνικό δημόσιο ενώ παράλληλα βλέπουν να ευτελίζεται η αξία της περιουσίας τους.
Κύριοι υπεύθυνοι αυτής της σημερινής εικόνας της Αθήνας, όλες οι Κυβερνήσεις μετά την μεταπολίτευση. Όλοι αυτοί που άφησαν να διογκωθεί το τεράστιο θέμα της λαθρομετανάστευσης, χωρίς να κάνουν απολύτως τίποτα, που θα απέβαινε επ΄ ωφελεία του Αθηναίου πολίτη. Αντίθετα μάλιστα, μεγαλοποίησαν το πρόβλημα με την υπογραφή του κοινοτικού κανονισμού «Δουβλίνο ΙΙ», τον Φεβρουάριο του 2003 επί κυβερνήσεως ΠΑΣΟΚ, από τον Υπουργό Εξωτερικών, Γιώργο Παπανδρέου και τον Υπουργό Δημόσιας Τάξης, Μιχάλη Χρυσοχοΐδη. Τότε, υπέγραψαν χωρίς σοβαρές ασφαλιστικές δικλίδες, ένα κανονισμό ο οποίος προβλέπει για την λαθρομετανάστευση, πως όποιος λαθρομετανάστης εισέλθει παράνομα σε Ευρωπαϊκή χώρα και συλληφθεί δεν θα επιστρέφει στην χώρα καταγωγής του αλλά στη χώρα της Ε.Ε. στην οποία εισήλθε πρώτα. Με βάσει, λοιπόν, τα επίσημα στοιχεία της Ε.Ε., το 90% των λαθρομεταναστών της Ευρώπης, εισβάλλουν στον Ελλαδικό χώρο και ακολούθως μεταβαίνουν σε άλλη Ευρωπαϊκή χώρα όπου και συλλαμβάνονται. Τότε η χώρα αυτή εκτελώντας τον κοινοτικό κανονισμό, τους επιστρέφει στην Ελλάδα. Έτσι, η Ελλάδα έγινε πύλη εισόδου των λαθρομεταναστών και μοιραία μετατράπηκε σε αποθήκη των παράνομων μεταναστών. Όσο δε, η χώρα εξακολουθεί να δεσμεύεται από την υπογραφή του κανονισμού «Δουβλίνο ΙΙ», τόσο μεγαλύτερες και πολύπλευρες διαστάσεις αποκτά το πρόβλημα στην Ελληνική κοινωνία που επί δεκαετίες στερείται μιας συγκροτημένης μεταναστευτικής πολιτικής.
Το πρόβλημα παραμένει άλυτο και στις ημέρες μας, επί Υπουργίας Προστασίας του πολίτη, κ. Δένδια, της τρικομματικής Κυβερνήσεως των κυρίων Σαμαρά, Βενιζέλου και Κουβέλη. Εκπόνησαν, λοιπόν, ένα γιγαντιαίο πρόγραμμα, το οποίο απλώνεται σε όλη την Ελλάδα και θεωρούν πως θα κτυπήσει τη λαθρομετανάστευση στη ρίζα της. Του έδωσαν δε, παραπλανητικά, την κωδική ονομασία «Ξένιος Ζευς». Υποτιθέμενος, στόχος αυτού του προγράμματος είναι να μη μπει κανένας λαθρομετανάστης πλέον, από τα ΒΑ σύνορά μας και ταυτόχρονα να εκκαθαριστεί το κέντρο της Αθήνας. Μέχρι σήμερα, όμως, δεν έχει υπάρξει κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα στην ευρύτερη περιοχή των Αθηνών και ταυτόχρονα η συνεχής μεταφορά παράνομων μεταναστών στα κέντρα υποδοχής και κράτησης άλλων πόλεων, έχει δημιουργήσει τεράστια προβλήματα στους κατοίκους αυτών των πόλεων καθώς είναι ωρολογιακές βόμβες, έτοιμες να εκραγούν.
Στο σημείο αυτό, λοιπόν, θα πρέπει να γνωρίζουν οι κρατούντες πως, όταν η κρατική εξουσία αδυνατεί να επιτελέσει τις κατ΄ εξοχήν βασικές λειτουργίες της, που είναι η προστασία των πολιτών (ζωή, υγεία, παιδεία, περιουσία), τότε υποκαθίστανται από άλλες ομάδες, οι οποίες θα παίξουν το ρόλο του κράτους.
Το σίγουρο είναι πως αυτή η πόλη των θεών, η πόλη που κοσμείται από το μεγαλύτερης παγκόσμιας πολιτιστικής αξίας, Ναό του Παρθενώνα, πολύ σύντομα θα τους εκδικηθεί!!! Ας αφουγκραστούν έγκαιρα, τις όποιες τύψεις έχουν και τις Ερινύες που τους ακολουθούν στον ύπνο τους και ας κάνουν κάτι γι΄ αυτήν έστω και την τελευταία στιγμή.
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου