Η παρέμβαση ΥΦΥΠΕΞ Δ. Κούρκουλα σε ημερίδα ΕΛΙΑΜΕΠ – Τράπεζας της Ελλάδος, με θέμα την αξιολόγηση των επιδράσεων στην Ελλάδα των πολιτικών που χρηματοδοτεί η Ε.Ε.
Αγαπητοί φίλοι και φίλες, ζούμε σε κρίσιμες στιγμές για το μέλλον της Ευρώπης. Τα τελευταία χρόνια η χώρα μας, αλλά και η ΕΕ, βρίσκονται αντιμέτωπες με δύο αλληλένδετες κρίσεις, αφ' ενός μεν τη χρηματοπιστωτική, αφ' ετέρου δε, την οικονομική και κοινωνική. Είναι προφανές σε όλους μας ότι τα αποτελέσματά τους θα ήταν πιο ολέθρια χωρίς την κοινή αντίδραση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των Κρατών-Μελών.
Σε λίγες εβδομάδες, οι ηγέτες της ΕΕ προβλέπεται να αποφασίσουν για το επόμενο Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο για την Ένωση, 2014-20. Υπό την τρέχουσα δύσκολη συγκυρία, ο προϋπολογισμός της επόμενης επταετίας αποτελεί ένα κρίσιμο “crash-test” για την πολιτική αξιοπιστία της ΕΕ, αλλά και ένα δείκτη για την κατεύθυνση που θα ακολουθήσει η ΕΕ την περίοδο αυτή.
Ο Πρωθυπουργός από πλευράς του σε όλες τις επαφές του με τους Ευρωπαίους ηγέτες, καθιστά σαφές ότι η Ένωση καλείται να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για τη μετάβαση σε ένα μοντέλο ανάπτυξης χωρίς αποκλεισμούς για το σύνολο της ΕΕ και να προσεγγίσει το νέο Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο ως μέσο για την ενδυνάμωση της οικονομικής και της κοινωνικής συνοχής, προωθώντας συγχρόνως επενδύσεις σε τομείς που επιφέρουν πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα στην ανάπτυξη, και υποστηρίζοντας τις αναγκαίες διαρθρωτικές αλλαγές στα Κράτη Μέλη.
Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι το κεντρικό διακύβευμα του προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την περίοδο 2014-20, είναι το ποιος θα είναι ο προσανατολισμός και ποια μορφή θα πάρει η αναμόρφωση της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σε μια περίοδο ύφεσης και όξυνσης της φτώχειας στα Κράτη Μέλη, ο νέος πολυετής προϋπολογισμός της Ένωσης θα πρέπει, περισσότερο από ποτέ στο παρελθόν, να δώσει το στίγμα της αλληλεγγύης και της στήριξης σε κάθε βιώσιμη αναπτυξιακή προσπάθεια. Κάθε ένα ευρώ που δαπανάται μέσω του προϋπολογισμού της ΕΕ αποδίδει περισσότερο από ένα ευρώ που δαπανάται σε εθνικό επίπεδο.
Οι πολιτικές λιτότητας δεν μπορούν παρά να συνοδεύονται και από αναπτυξιακές πολιτικές για την έξοδο από την κρίση. Για το λόγο αυτό, υποστηρίζουμε έναν προϋπολογισμό ικανό, αφ’ ενός μεν να αποφέρει απτούς καρπούς για τους πολίτες, αφ’ ετέρου δε να επικεντρώνεται σε έργα ενίσχυσης της ανάπτυξης του ανταγωνισμού και της απασχόλησης και που θα λειτουργεί ως κύριο εργαλείο μαζικής κλίμακας επενδύσεων.
Αυτή τη στιγμή, η διαπραγμάτευση κατά την οποία συζητείται τι θα συνεισφέρει κάθε Κράτος Μέλος και τί πόρους θα αποκομίσει κατά την περίοδο 2014-20, έχει εισέλθει στην πλέον κρίσιμη φάση της. Η ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων προγραμματίζεται όπως όλα τουλάχιστον δείχνουν μέχρι στιγμής, στο έκτακτο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Νοεμβρίου.
Από την μέχρι σήμερα εξέλιξη της διαπραγμάτευσης, λόγω της πεισματικής άρνησης των πλουσιοτέρων Κρατών-Μελών (των καθαρών πληρωτών) να διατηρηθεί ο προϋπολογισμός τουλάχιστον στα επίπεδα του τρέχοντος δημοσιονομικού πλαισίου, διαφαίνεται ως αναπόφευκτο, ότι οι προτεινόμενες από την Επιτροπή δαπάνες ύψους 1.033 δισ. ευρώ σε ανάληψη δαπανών και 988 δισ. ευρώ σε πληρωμές, θα προσαρμοστούν «προς τα κάτω». Η κυπριακή Προεδρία μάλιστα υποστηρίζει, ότι οι περικοπές αυτές θα πρέπει να αφορούν στο σύνολο τους τις επιμέρους πολιτικές του Πολυετούς Δημοσιονομικού Πλαισίου, κάτι που ασφαλώς ικανοποιεί τους καθαρούς πληρωτές (τα πλουσιότερα Κράτη-Μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης).
Ακριβώς επειδή έχουμε ιδίαν γνώση των σοβαρών δυσχερειών που προκαλεί η κατάσταση των εθνικών οικονομιών, εμείς ξεκινάμε από μια διαφορετική λογική από αυτή των πλουσιότερων Κρατών-Μελών που καθιστά τον προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης πηγή πιθανών εξοικονομήσεων στην ίδια κλίμακα και με την ίδια λογική που εφαρμόζεται στους εθνικούς προϋπολογισμούς.
Περαιτέρω μείωση των πόρων του Πολυετούς Δημοσιονομικού Πλαισίου θα αποβεί αντιπαραγωγική για το σύνολο των Κρατών-Μελών αποδυναμώνοντας σημαντικά το ρόλο και τον αντίκτυπο των πολιτικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Εν μέσω δε πρωτοφανούς οικονομικής κρίσης, η απάντηση πρέπει να περιλαμβάνει περισσότερη, και όχι λιγότερη Ευρώπη.
Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία: η διαπραγμάτευση αυτή, αποτελεί θέμα μείζονος σημασίας όχι μόνο για την Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά και για τη χώρα μας. Ιδιαίτερα, υπό συνθήκες οικονομικής δυσπραγίας, η κάθε εισροή πόρων από τον κοινοτικό προϋπολογισμό έχει πολύ μεγάλη σημασία για την αναχαίτιση της συνεχιζόμενης ύφεσης.
Από το σύνολο των πολιτικών του νέου Πολυετούς Δημοσιονομικού Πλαισίου, εθνική προτεραιότητα αποτελούν η Πολιτική Συνοχής, η Κοινή Αγροτική Πολιτική, και η Πολιτική Μετανάστευσης.
Πριν ακόμα αρχίσουν οι διαπραγματεύσεις, ήταν προφανές ότι η ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση δώδεκα νέων Κρατών-Μελών, εκ των οποίων τα δέκα με πολύ χαμηλότερο ΑΕΠ από την Ελλάδα, θα οδηγούσε σε σημαντική μείωση των απολαβών της χώρας μας της τάξης του 40%.
Σε ελληνικό επίπεδο, το Υπουργείο Εξωτερικών βρίσκεται εξ αρχής σε πλήρη συντονισμό με τα άλλα Υπουργεία. Καταβάλλουμε από κοινού, κάθε δυνατή προσπάθεια, ώστε να μετριάσουμε τη δυσάρεστη προοπτική σημαντικής μείωσης των εισροών από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Ταυτόχρονα, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, συντονίζουμε τις κινήσεις μας με μεγάλο αριθμό άλλων Κρατών-Μελών (στο πλαίσιο της ομάδας Κράτη-Μέλη «Φίλοι της Συνοχής»), όπου μαχόμαστε, με τρόπο συντεταγμένο, ενάντια σε κάθε προοπτική μείωσης του προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δίνοντας έμφαση τους πόρους των Διαρθρωτικών Ταμείων. Η προσέγγιση των «οριζόντιων» περικοπών, και σε αυτό το επίπεδο, μας βρίσκει αντίθετους.
Πέραν όμως της Συνοχής και της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής που αποτελούν εθνική προτεραιότητα (θέματα τα οποία καλύφθηκαν από τους αρμόδιους Υπουργούς), ύψιστης σημασίας για τη χώρα μας αποτελεί και η Πολιτική Μετανάστευσης. Ο κρίσιμος τομέας της μετανάστευσης αντιπροσωπεύει λιγότερο από το 1% των πόρων του συνολικού προϋπολογισμού. Πιστεύουμε, ότι η προτεινόμενη αύξηση των κονδυλίων σε σχέση με το τρέχον δημοσιονομικό πλαίσιο είναι θετικό βήμα, δεν είναι όμως σε πραγματικούς αριθμούς επαρκές, για την αντιμετώπιση των προκλήσεων που θέτουν η διαχείριση των μεταναστευτικών ροών, το άσυλο και η ενσωμάτωση των μεταναστών. Υποστηρίζουμε, ότι ο τομέας της μεταναστευτικής πολιτικής απαιτεί ακόμα περισσότερους πόρους, λαμβάνοντας υπόψη ότι ορισμένες χώρες που αναλαμβάνουν τη φύλαξη των εξωτερικών συνόρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως η Ελλάδα, βρίσκονται αντιμέτωπες με δυσανάλογες μεταναστευτικές προκλήσεις, οι οποίες επηρεάζουν το σύνολο της ευρωπαϊκής ηπείρου.
Τα έξοδα του ευρωπαϊκού προϋπολογισμού είναι το ένα κρίσιμο σκέλος των διαπραγματεύσεων. Το άλλο, όμως, εξίσου σημαντικό σκέλος, αποτελούν οι συζητήσεις για τη δομή των εσόδων του προϋπολογισμού.
Αφενός, θεωρούμε ότι η αρχή της «επάρκειας των μέσων» για την επίτευξη των στόχων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και την επιτυχή εφαρμογή των πολιτικών της πρέπει να αποτελεί βασική παράμετρο στο πλαίσιο λήψης αποφάσεων για τις νέες δημοσιονομικές προοπτικές.
Αφετέρου, υποστηρίζουμε ότι η κύρια πρόκληση που πρέπει να αντιμετωπίσει η Ευρωπαϊκή Ένωση, στο σκέλος που αφορά τα Έσοδα, έγκειται στη δημιουργία ενός νέου «μείγματος» Ίδιων Πόρων για την επαρκή χρηματοδότηση των κοινών μας ευρωπαϊκών πολιτικών, μειώνοντας ταυτόχρονα την επιβάρυνση των προϋπολογισμών των Κρατών-Μελών.
Ο προϋπολογισμός της Ένωσης χρειάζεται ένα νέο σύστημα Ίδιων Πόρων, το οποίο θα συμβάλει καθοριστικά στην αύξηση ή τουλάχιστον στη σταθεροποίηση του ύψους του προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ενώ παράλληλα, θα μπορούσε να μειώσει τις εθνικές συνεισφορές με βάση το ΑΕΕ, παράμετρος πολύ σημαντική για τη χώρα μας στην παρούσα δύσκολη συγκυρία.
Για τους λόγους αυτούς, θεωρούμε καταρχήν:
i) κομβικής σημασίας την εισαγωγή Φόρου Χρηματοπιστωτικών Συναλλαγών και ευρωπαϊκού ΦΠΑ, ως τμήμα ενός νέου συστήματος Ίδιων Πόρων του προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
ii) ότι η διατήρηση μόνιμων ή πρόσκαιρων μηχανισμών διόρθωσης που εφαρμόζονται προς όφελος Κρατών-Μελών, όπως το Ηνωμένο Βασίλειο, η Ολλανδία, η Αυστρία, η Σουηδία και η Γερμανία, οδηγεί σε στρεβλώσεις όσον αφορά το επίπεδο της συνεισφοράς των διαφόρων Κρατών-Μελών και δεν προάγει τις αρχές της ισότητας, της αλληλεγγύης, της απλότητας και της διαφάνειας, όπως αυτές κατοχυρώνονται από τη Συνθήκη.
Σε κάθε περίπτωση, εάν από την διαπραγμάτευση προκύψει ότι οι μηχανισμοί διόρθωσης, θα παραμείνουν στη θέση τους, τότε θα μπορούσαμε να αποδεχτούμε την πρόταση της Επιτροπής για κατ' αποκοπή ποσά.
Καταλήγοντας, θα ήθελα να σας διαβεβαιώσω ότι η Κυβέρνηση, κάνει κάθε δυνατή προσπάθεια και προς κάθε κατεύθυνση για να καταστήσουμε σαφές το προφανές: ότι η διαδικασία διαπραγμάτευσης του νέου προϋπολογισμού της Ένωσης, υπό τις παρούσες ασφυκτικές συνθήκες, δεν μπορεί να αποτελέσει «λογιστική» άσκηση, αλλά αντικείμενο πολιτικής απόφασης στη βάση ενός φιλόδοξου οράματος για το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Αγαπητοί φίλοι και φίλες, ζούμε σε κρίσιμες στιγμές για το μέλλον της Ευρώπης. Τα τελευταία χρόνια η χώρα μας, αλλά και η ΕΕ, βρίσκονται αντιμέτωπες με δύο αλληλένδετες κρίσεις, αφ' ενός μεν τη χρηματοπιστωτική, αφ' ετέρου δε, την οικονομική και κοινωνική. Είναι προφανές σε όλους μας ότι τα αποτελέσματά τους θα ήταν πιο ολέθρια χωρίς την κοινή αντίδραση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των Κρατών-Μελών.
Σε λίγες εβδομάδες, οι ηγέτες της ΕΕ προβλέπεται να αποφασίσουν για το επόμενο Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο για την Ένωση, 2014-20. Υπό την τρέχουσα δύσκολη συγκυρία, ο προϋπολογισμός της επόμενης επταετίας αποτελεί ένα κρίσιμο “crash-test” για την πολιτική αξιοπιστία της ΕΕ, αλλά και ένα δείκτη για την κατεύθυνση που θα ακολουθήσει η ΕΕ την περίοδο αυτή.
Ο Πρωθυπουργός από πλευράς του σε όλες τις επαφές του με τους Ευρωπαίους ηγέτες, καθιστά σαφές ότι η Ένωση καλείται να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για τη μετάβαση σε ένα μοντέλο ανάπτυξης χωρίς αποκλεισμούς για το σύνολο της ΕΕ και να προσεγγίσει το νέο Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο ως μέσο για την ενδυνάμωση της οικονομικής και της κοινωνικής συνοχής, προωθώντας συγχρόνως επενδύσεις σε τομείς που επιφέρουν πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα στην ανάπτυξη, και υποστηρίζοντας τις αναγκαίες διαρθρωτικές αλλαγές στα Κράτη Μέλη.
Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι το κεντρικό διακύβευμα του προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την περίοδο 2014-20, είναι το ποιος θα είναι ο προσανατολισμός και ποια μορφή θα πάρει η αναμόρφωση της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σε μια περίοδο ύφεσης και όξυνσης της φτώχειας στα Κράτη Μέλη, ο νέος πολυετής προϋπολογισμός της Ένωσης θα πρέπει, περισσότερο από ποτέ στο παρελθόν, να δώσει το στίγμα της αλληλεγγύης και της στήριξης σε κάθε βιώσιμη αναπτυξιακή προσπάθεια. Κάθε ένα ευρώ που δαπανάται μέσω του προϋπολογισμού της ΕΕ αποδίδει περισσότερο από ένα ευρώ που δαπανάται σε εθνικό επίπεδο.
Οι πολιτικές λιτότητας δεν μπορούν παρά να συνοδεύονται και από αναπτυξιακές πολιτικές για την έξοδο από την κρίση. Για το λόγο αυτό, υποστηρίζουμε έναν προϋπολογισμό ικανό, αφ’ ενός μεν να αποφέρει απτούς καρπούς για τους πολίτες, αφ’ ετέρου δε να επικεντρώνεται σε έργα ενίσχυσης της ανάπτυξης του ανταγωνισμού και της απασχόλησης και που θα λειτουργεί ως κύριο εργαλείο μαζικής κλίμακας επενδύσεων.
Αυτή τη στιγμή, η διαπραγμάτευση κατά την οποία συζητείται τι θα συνεισφέρει κάθε Κράτος Μέλος και τί πόρους θα αποκομίσει κατά την περίοδο 2014-20, έχει εισέλθει στην πλέον κρίσιμη φάση της. Η ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων προγραμματίζεται όπως όλα τουλάχιστον δείχνουν μέχρι στιγμής, στο έκτακτο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Νοεμβρίου.
Από την μέχρι σήμερα εξέλιξη της διαπραγμάτευσης, λόγω της πεισματικής άρνησης των πλουσιοτέρων Κρατών-Μελών (των καθαρών πληρωτών) να διατηρηθεί ο προϋπολογισμός τουλάχιστον στα επίπεδα του τρέχοντος δημοσιονομικού πλαισίου, διαφαίνεται ως αναπόφευκτο, ότι οι προτεινόμενες από την Επιτροπή δαπάνες ύψους 1.033 δισ. ευρώ σε ανάληψη δαπανών και 988 δισ. ευρώ σε πληρωμές, θα προσαρμοστούν «προς τα κάτω». Η κυπριακή Προεδρία μάλιστα υποστηρίζει, ότι οι περικοπές αυτές θα πρέπει να αφορούν στο σύνολο τους τις επιμέρους πολιτικές του Πολυετούς Δημοσιονομικού Πλαισίου, κάτι που ασφαλώς ικανοποιεί τους καθαρούς πληρωτές (τα πλουσιότερα Κράτη-Μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης).
Ακριβώς επειδή έχουμε ιδίαν γνώση των σοβαρών δυσχερειών που προκαλεί η κατάσταση των εθνικών οικονομιών, εμείς ξεκινάμε από μια διαφορετική λογική από αυτή των πλουσιότερων Κρατών-Μελών που καθιστά τον προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης πηγή πιθανών εξοικονομήσεων στην ίδια κλίμακα και με την ίδια λογική που εφαρμόζεται στους εθνικούς προϋπολογισμούς.
Περαιτέρω μείωση των πόρων του Πολυετούς Δημοσιονομικού Πλαισίου θα αποβεί αντιπαραγωγική για το σύνολο των Κρατών-Μελών αποδυναμώνοντας σημαντικά το ρόλο και τον αντίκτυπο των πολιτικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Εν μέσω δε πρωτοφανούς οικονομικής κρίσης, η απάντηση πρέπει να περιλαμβάνει περισσότερη, και όχι λιγότερη Ευρώπη.
Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία: η διαπραγμάτευση αυτή, αποτελεί θέμα μείζονος σημασίας όχι μόνο για την Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά και για τη χώρα μας. Ιδιαίτερα, υπό συνθήκες οικονομικής δυσπραγίας, η κάθε εισροή πόρων από τον κοινοτικό προϋπολογισμό έχει πολύ μεγάλη σημασία για την αναχαίτιση της συνεχιζόμενης ύφεσης.
Από το σύνολο των πολιτικών του νέου Πολυετούς Δημοσιονομικού Πλαισίου, εθνική προτεραιότητα αποτελούν η Πολιτική Συνοχής, η Κοινή Αγροτική Πολιτική, και η Πολιτική Μετανάστευσης.
Πριν ακόμα αρχίσουν οι διαπραγματεύσεις, ήταν προφανές ότι η ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση δώδεκα νέων Κρατών-Μελών, εκ των οποίων τα δέκα με πολύ χαμηλότερο ΑΕΠ από την Ελλάδα, θα οδηγούσε σε σημαντική μείωση των απολαβών της χώρας μας της τάξης του 40%.
Σε ελληνικό επίπεδο, το Υπουργείο Εξωτερικών βρίσκεται εξ αρχής σε πλήρη συντονισμό με τα άλλα Υπουργεία. Καταβάλλουμε από κοινού, κάθε δυνατή προσπάθεια, ώστε να μετριάσουμε τη δυσάρεστη προοπτική σημαντικής μείωσης των εισροών από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Ταυτόχρονα, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, συντονίζουμε τις κινήσεις μας με μεγάλο αριθμό άλλων Κρατών-Μελών (στο πλαίσιο της ομάδας Κράτη-Μέλη «Φίλοι της Συνοχής»), όπου μαχόμαστε, με τρόπο συντεταγμένο, ενάντια σε κάθε προοπτική μείωσης του προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δίνοντας έμφαση τους πόρους των Διαρθρωτικών Ταμείων. Η προσέγγιση των «οριζόντιων» περικοπών, και σε αυτό το επίπεδο, μας βρίσκει αντίθετους.
Πέραν όμως της Συνοχής και της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής που αποτελούν εθνική προτεραιότητα (θέματα τα οποία καλύφθηκαν από τους αρμόδιους Υπουργούς), ύψιστης σημασίας για τη χώρα μας αποτελεί και η Πολιτική Μετανάστευσης. Ο κρίσιμος τομέας της μετανάστευσης αντιπροσωπεύει λιγότερο από το 1% των πόρων του συνολικού προϋπολογισμού. Πιστεύουμε, ότι η προτεινόμενη αύξηση των κονδυλίων σε σχέση με το τρέχον δημοσιονομικό πλαίσιο είναι θετικό βήμα, δεν είναι όμως σε πραγματικούς αριθμούς επαρκές, για την αντιμετώπιση των προκλήσεων που θέτουν η διαχείριση των μεταναστευτικών ροών, το άσυλο και η ενσωμάτωση των μεταναστών. Υποστηρίζουμε, ότι ο τομέας της μεταναστευτικής πολιτικής απαιτεί ακόμα περισσότερους πόρους, λαμβάνοντας υπόψη ότι ορισμένες χώρες που αναλαμβάνουν τη φύλαξη των εξωτερικών συνόρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως η Ελλάδα, βρίσκονται αντιμέτωπες με δυσανάλογες μεταναστευτικές προκλήσεις, οι οποίες επηρεάζουν το σύνολο της ευρωπαϊκής ηπείρου.
Τα έξοδα του ευρωπαϊκού προϋπολογισμού είναι το ένα κρίσιμο σκέλος των διαπραγματεύσεων. Το άλλο, όμως, εξίσου σημαντικό σκέλος, αποτελούν οι συζητήσεις για τη δομή των εσόδων του προϋπολογισμού.
Αφενός, θεωρούμε ότι η αρχή της «επάρκειας των μέσων» για την επίτευξη των στόχων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και την επιτυχή εφαρμογή των πολιτικών της πρέπει να αποτελεί βασική παράμετρο στο πλαίσιο λήψης αποφάσεων για τις νέες δημοσιονομικές προοπτικές.
Αφετέρου, υποστηρίζουμε ότι η κύρια πρόκληση που πρέπει να αντιμετωπίσει η Ευρωπαϊκή Ένωση, στο σκέλος που αφορά τα Έσοδα, έγκειται στη δημιουργία ενός νέου «μείγματος» Ίδιων Πόρων για την επαρκή χρηματοδότηση των κοινών μας ευρωπαϊκών πολιτικών, μειώνοντας ταυτόχρονα την επιβάρυνση των προϋπολογισμών των Κρατών-Μελών.
Ο προϋπολογισμός της Ένωσης χρειάζεται ένα νέο σύστημα Ίδιων Πόρων, το οποίο θα συμβάλει καθοριστικά στην αύξηση ή τουλάχιστον στη σταθεροποίηση του ύψους του προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ενώ παράλληλα, θα μπορούσε να μειώσει τις εθνικές συνεισφορές με βάση το ΑΕΕ, παράμετρος πολύ σημαντική για τη χώρα μας στην παρούσα δύσκολη συγκυρία.
Για τους λόγους αυτούς, θεωρούμε καταρχήν:
i) κομβικής σημασίας την εισαγωγή Φόρου Χρηματοπιστωτικών Συναλλαγών και ευρωπαϊκού ΦΠΑ, ως τμήμα ενός νέου συστήματος Ίδιων Πόρων του προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
ii) ότι η διατήρηση μόνιμων ή πρόσκαιρων μηχανισμών διόρθωσης που εφαρμόζονται προς όφελος Κρατών-Μελών, όπως το Ηνωμένο Βασίλειο, η Ολλανδία, η Αυστρία, η Σουηδία και η Γερμανία, οδηγεί σε στρεβλώσεις όσον αφορά το επίπεδο της συνεισφοράς των διαφόρων Κρατών-Μελών και δεν προάγει τις αρχές της ισότητας, της αλληλεγγύης, της απλότητας και της διαφάνειας, όπως αυτές κατοχυρώνονται από τη Συνθήκη.
Σε κάθε περίπτωση, εάν από την διαπραγμάτευση προκύψει ότι οι μηχανισμοί διόρθωσης, θα παραμείνουν στη θέση τους, τότε θα μπορούσαμε να αποδεχτούμε την πρόταση της Επιτροπής για κατ' αποκοπή ποσά.
Καταλήγοντας, θα ήθελα να σας διαβεβαιώσω ότι η Κυβέρνηση, κάνει κάθε δυνατή προσπάθεια και προς κάθε κατεύθυνση για να καταστήσουμε σαφές το προφανές: ότι η διαδικασία διαπραγμάτευσης του νέου προϋπολογισμού της Ένωσης, υπό τις παρούσες ασφυκτικές συνθήκες, δεν μπορεί να αποτελέσει «λογιστική» άσκηση, αλλά αντικείμενο πολιτικής απόφασης στη βάση ενός φιλόδοξου οράματος για το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ Υπηρεσία Ενημέρωσης και Δημόσιας Διπλωματίας
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου