Του Θανάση Νικολαΐδη
ΚΑΚΟΠΟΙΟΙ και εγκληματίες κάνουν θραύση, στην καθημερινότητα του φόβου και της αφύλαχτης κοινωνίας. Κι οι αστυνομικοί; Οι πολλοί, στη σκιά «υψηλών προσώπων» και γραφιάδες στα γραφεία της γραφειοκρατίας. Έτσι τα γούσταρε η εξουσία- έτσι τα’ φτιαξε-κι ο αστυνομικός βγάζει μεροκάματο φυλώντας τον πολιτικό, με τον πολίτη απ’ έξω.
ΤΟ ‘νιωσε ο ληστής πως στην Ελλάδα όλοι κρατάνε τα μπόσικα, το διαισθάνθηκε ο δολοφόνος πως δεν θα βρει αντίπαλο στην…εξόρμησή του, το νέο διαδόθηκε και ηρέμησαν τα λεφούσια των-ειδικών στο «άθλημα». Έγιναν ένα με κάποια ντόπια γαϊδουράγκαθα και άπλωσαν τα σχέδια…επί χάρτου, πριν γίνουν λεία χειροπιαστή και σκοτωμένοι από καλάσνικοφ.
ΤΑ είδε η εξουσία, τρόμαξε κι ήταν το πρώτο μέλημά της να σκεπάσει το πρόσωπο του δράστη. Νομοταγής και προσαρμοσμένη στο ευρωπαϊκό δίκαιο(;) νοιάστηκε μη δούμε το πρόσωπο του κλέφτη, μη σταμπάρουμε τον δολοφόνο. Μη τον αναγνωρίσουμε απ’ τη μούρη και προφυλαχτούμε, του προξενήσουμε ψυχικό τραύμα και τι γίνεται, μη παραβούμε τον νόμο (περί προσωπικών δεδομένων κι άσε τους άλλους νόμους να παραβιάζονται) και τι λέμε στους εταίρους…
ΚΑΙ πέρασαν χρόνια και δεκαετίες με τον πολίτη εκτεθειμένο, τον «κάποιον» με τη φύλαξή του και με τον (κάποιο) αστυνομικό στη λούφα του. Με την ασπίδα του ο πολιτικός μη τον χτυπήσουν τρομοκράτες και την «τρομοκρατία» φάρμακο δια πάσαν νόσον. Γαϊδουρόδεσαν, λοιπόν, πολιτικοί, λεφτάδες και οι «κάποιοι», δημοσία δαπάνη κι ας ήταν άδεια τα ταμεία (για κάτι τέτοια βρίσκονται λεφτά) κι ο έλληνας αφύλαχτος. Κι έριξαν τις «κινητές» διπλοσκοπιές τη μέρα, έστησαν και τα…καρακόλια (που θα ‘λεγε και ο Χρόνης Μίσιος) έξω απ’ το κονάκι τους, τη νύχτα. Για την οικογένεια και το τομάρι τους, έμμεσα για το βιος και την περιουσία τους.
ΚΙ όταν το έγκλημα ξεχείλισε απ’ τα μπούνια, τι σκέφθηκαν να κάνουν-αν το κάνουν; Αναζήτησαν «περίσσιους» αστυνομικούς και τους βρήκαν, βγάζουν στο δρόμο «γραφιάδες» και ενισχύουν τη δημόσια ασφάλεια. Τι άλλο; Λιγοστεύουν την προσωπική φρουρά πολιτικών! Χωρίς να μας λένε πόσους διέθετε έκαστος/εκάστη, πόσο μας στοίχιζαν και πώς τώρα «μπορούν» κι ως τώρα ήταν «ανελαστική» η φρούρησή τους.
ΕΜΕΙΣ απέναντι, πληρώνουμε κουνώντας το κεφάλι. Το νιώθουμε πως η τσέπη μας αδειάζει για πολλά, άδικα και περιττά και σπάμε πικρό χαμόγελο. Κι αν μας ρωτήσουν «πόσα παίρνει ο Υπουργός το μήνα;» το νούμερο θα βγει τεράστιο. «Ποιος ο μισθός (αποζημίωση τον λένε) του βουλευτή και του Πρωθυπουργού;» τους χρεώνουμε και τα μεροκάματα των φρουρών τους, άρα…κάτσε και λογάριασε. Είναι όλοι τους πάμπλουτοι!
ΚΑΚΟΠΟΙΟΙ και εγκληματίες κάνουν θραύση, στην καθημερινότητα του φόβου και της αφύλαχτης κοινωνίας. Κι οι αστυνομικοί; Οι πολλοί, στη σκιά «υψηλών προσώπων» και γραφιάδες στα γραφεία της γραφειοκρατίας. Έτσι τα γούσταρε η εξουσία- έτσι τα’ φτιαξε-κι ο αστυνομικός βγάζει μεροκάματο φυλώντας τον πολιτικό, με τον πολίτη απ’ έξω.
ΤΟ ‘νιωσε ο ληστής πως στην Ελλάδα όλοι κρατάνε τα μπόσικα, το διαισθάνθηκε ο δολοφόνος πως δεν θα βρει αντίπαλο στην…εξόρμησή του, το νέο διαδόθηκε και ηρέμησαν τα λεφούσια των-ειδικών στο «άθλημα». Έγιναν ένα με κάποια ντόπια γαϊδουράγκαθα και άπλωσαν τα σχέδια…επί χάρτου, πριν γίνουν λεία χειροπιαστή και σκοτωμένοι από καλάσνικοφ.
ΤΑ είδε η εξουσία, τρόμαξε κι ήταν το πρώτο μέλημά της να σκεπάσει το πρόσωπο του δράστη. Νομοταγής και προσαρμοσμένη στο ευρωπαϊκό δίκαιο(;) νοιάστηκε μη δούμε το πρόσωπο του κλέφτη, μη σταμπάρουμε τον δολοφόνο. Μη τον αναγνωρίσουμε απ’ τη μούρη και προφυλαχτούμε, του προξενήσουμε ψυχικό τραύμα και τι γίνεται, μη παραβούμε τον νόμο (περί προσωπικών δεδομένων κι άσε τους άλλους νόμους να παραβιάζονται) και τι λέμε στους εταίρους…
ΚΑΙ πέρασαν χρόνια και δεκαετίες με τον πολίτη εκτεθειμένο, τον «κάποιον» με τη φύλαξή του και με τον (κάποιο) αστυνομικό στη λούφα του. Με την ασπίδα του ο πολιτικός μη τον χτυπήσουν τρομοκράτες και την «τρομοκρατία» φάρμακο δια πάσαν νόσον. Γαϊδουρόδεσαν, λοιπόν, πολιτικοί, λεφτάδες και οι «κάποιοι», δημοσία δαπάνη κι ας ήταν άδεια τα ταμεία (για κάτι τέτοια βρίσκονται λεφτά) κι ο έλληνας αφύλαχτος. Κι έριξαν τις «κινητές» διπλοσκοπιές τη μέρα, έστησαν και τα…καρακόλια (που θα ‘λεγε και ο Χρόνης Μίσιος) έξω απ’ το κονάκι τους, τη νύχτα. Για την οικογένεια και το τομάρι τους, έμμεσα για το βιος και την περιουσία τους.
ΚΙ όταν το έγκλημα ξεχείλισε απ’ τα μπούνια, τι σκέφθηκαν να κάνουν-αν το κάνουν; Αναζήτησαν «περίσσιους» αστυνομικούς και τους βρήκαν, βγάζουν στο δρόμο «γραφιάδες» και ενισχύουν τη δημόσια ασφάλεια. Τι άλλο; Λιγοστεύουν την προσωπική φρουρά πολιτικών! Χωρίς να μας λένε πόσους διέθετε έκαστος/εκάστη, πόσο μας στοίχιζαν και πώς τώρα «μπορούν» κι ως τώρα ήταν «ανελαστική» η φρούρησή τους.
ΕΜΕΙΣ απέναντι, πληρώνουμε κουνώντας το κεφάλι. Το νιώθουμε πως η τσέπη μας αδειάζει για πολλά, άδικα και περιττά και σπάμε πικρό χαμόγελο. Κι αν μας ρωτήσουν «πόσα παίρνει ο Υπουργός το μήνα;» το νούμερο θα βγει τεράστιο. «Ποιος ο μισθός (αποζημίωση τον λένε) του βουλευτή και του Πρωθυπουργού;» τους χρεώνουμε και τα μεροκάματα των φρουρών τους, άρα…κάτσε και λογάριασε. Είναι όλοι τους πάμπλουτοι!
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου