Γράφει ο Θανάσης Νικολαΐδης
ΝΑ πληρώσουν και να τιμωρηθούν οι «μεγάλοι». Συνηθισμένη φράση, κλασική αλλά και επίκαιρη, σχήμα λόγου και σε λόγια να βρισκόμαστε. Πιάσ’ τους, λοιπόν, και βγάλε το άχτι σου. Με το σύστημα που ΟΛΟΙ φτιάξαμε και συντηρούμε και με τον τρόμο που μας πιάνει μπροστά στην αλήθεια.
ΘΥΜΗΘΗΚΑΜΕ τη συνέλευση των…ποντικιών πάνω στο πρόβλημα της γάτας και την απόφασή τους: Της κρεμάμε ένα κουδούνι στο λαιμό κι άντε να μας πιάσει. Φωνές, χειροκροτήματα για την ιδέα κι ήταν τόσο απλό…Και στη συνέχεια; Άντε να βρεθεί αυτός που θα της κρεμάσει το κουδούνι…!
ΧΩΡΙΣ θυσίες δεν νοείται αγώνας κι εμείς διαλέξαμε τα εύκολα. Καταδικάζουμε «λόγοις» και «έργοις» ξεπερνάμε τον αντίπαλο. Αναλογικά κι όσο μπορούμε. Κι αν το πεδίο δράσης διευρυνθεί, δεν μας πολυνοιάζει που ξεπεράσαμε τα όρια. Είναι θέμα ευκαιριών όπως την αντιλαμβάνεται ο κάθε σύγχρονος έλληνας της κονόμας. Και, βέβαια, μην αρχίσουμε τα «δεν είμαστε όλοι», γιατί π.χ. το σκουπιδαριό στους δρόμους απεικονίζει τον μέσο έλληνα-συνισταμένη του πολιτισμένου και του κάφρου.
ΜΟΥ το’ πε, το πρωί, φίλος…λαζογερμανός. Συνέβη «τω καιρώ εκείνω» στη Γερμανία. Τι έκανε συστηματικά κάποιος Μιχάλης; Πορεύονταν για το εργοστάσιο με τα δυο χέρια πίσω του, σαν κάτι να κρατούσε. Μόλις πλησίαζε στο «βολικό» σημείο, πετούσε τη νάιλον σακούλα του με τα σκουπίδια, κάτω απ’ το γεφυράκι. Το(ν) επεσήμαναν, το κατήγγειλαν, τον παρακολούθησε η Αστυνομία, τον έπιασε στα πράσα και με διαδικασίες συνοπτικές τον…συμμόρφωσαν. Πώς; Με την ποινή που εντυπωσιάζει εξόχως, προβληματίζει και μας διχάζει τους…πονόψυχους έλληνες. Δυο χιλιάδες μάρκα το πρόστιμο, τις βαλίτσες σας «Χερ Μιχάλης» και…χαίρε. Την άλλη μέρα στην Ελλάδα! Το’ μαθαν οι άλλοι και συνέχισαν τη δουλειά τους, πιο…αρνάκια εκεί και, με τη μαγκιά νεκραναστημένη εδώ. Στην Ελλάδα της δημόσιας (αν)αιδούς για το σκουπιδαριό των δρόμων μας.
ΔΗΘΕΝ ποινές για αμαρτήματα. Στα μαλακά ο δημόσιος «λειτουργός» που αμάρτησε και καθαρίζουν για πάρτη του. Οι νόμοι και ο συνδικαλισμός, ο βουλευτής και οι όμοιοί του. Τον πιάνεις να κλέβει και το αρνείται μέχρι θανάτου πως το χέρι της κλεψιάς είναι το δικό του, απαιτώντας «βιολογική» απόδειξη(!). Τα πειθαρχικά τους αθωώνουν τον «συνάδελφο», αυτός/αυτή παραμένει στο πόστο του μέχρι το πράμα να χαθεί στο τέλμα και να ξεχαστεί, ο μισθός τρέχει, η προαγωγή ακωλύτως και το κεφάλι ψηλά… Έτσι, βέβαια, δουλειά δεν γίνεται και ο πολιτισμός δεν έρχεται.
ΕΙΔΑΜΕ…αισιόδοξα πως στήνονται δίκες για παράνομες συντάξεις. Να το δούμε κι ας μην το πιστέψουμε, στην Ελλάδα των «αθώων» Βατοπεδινών και των «αποτελματωμένων» Άκηδων, με τα κιτρινισμένα ξόμπλια των Τσουκάτων και των Μαντέληδων.
ΛΕΣ να τ’ αλλάξει η ανάγκη ό,τι δεν άλλαξε η ατιμωρησία, στις δεκαετίες της (συνολικής) πολιτικής μαλθακότητας του λαού μας, που αξίζει καλύτερη τύχη;
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου