Ο ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΛΑΖΑΡΟΥ
[Μέρος πέμπτο: υπομνηματισμός των εδαφίων Ιω.11,41-48]
Όμως είναι ώρα πλέον να εξετάσουμε αυτό το χωρίο. «Ἦραν οὖν τὸν λίθον, οὗ ἦν ὁ τεθνηκὼς κείμενος. Ὁ δὲ ᾿Ιησοῦς ἦρε τοὺς ὀφθαλμοὺς ἄνω, καὶ εἶπε·(: Μετά λοιπόν από την παρατήρηση αυτή του Κυρίου έβγαλαν την πέτρα από την είσοδο του σπηλαίου, όπου βρισκόταν ο νεκρός. Ο Ιησούς τότε ύψωσε τα μάτια Του στον ουρανό και είπε:) «Πάτερ, εὐχαριστῶ σοι, ὅτι ἤκουσάς μου(:Πάτερ, είμαι βέβαιος ότι θα συντελεσθεί αμέσως το θαύμα και σε ευχαριστώ που με άκουσες). Ἐγὼ δὲ ᾔδειν, ὅτι πάντοτέ μου ἀκούεις, ἀλλὰ διὰ τὸν ὄχλον τὸν περιεστῶτα εἶπον, ἵνα πιστεύσωσιν ὅτι σύ με ἀπέστειλας(:Εγώ το ήξερα ότι πάντοτε με ακούς. Αλλά είπα μεγαλόφωνα το «ευχαριστώ», για να το ακούσει ο λαός που στέκεται γύρω μου. Κι έτσι αφού όλοι αυτοί δουν πόση βεβαιότητα έχω ότι θα εισακουσθώ, να πιστέψουν ότι Εσύ με απέστειλες, όταν ακολουθήσει το θαύμα’’)».
Ας ρωτήσουμε λοιπόν τον όποιον αιρετικό: «Από την προσευχή έλαβε τη δύναμη και ανέστησε τον νεκρό; Πώς λοιπόν έκανε τα άλλα θαύματα χωρίς προσευχή, λέγοντας:’’ τὸ πνεῦμα τὸ ἄλαλον καὶ κωφόν, ἐγώ σοι ἐπιτάσσω, ἔξελθε ἐξ αὐτοῦ καὶ μηκέτι εἰσέλθῃς εἰς αὐτόν(:Πνεύμα άλαλο και κουφό, εγώ σε διατάζω, βγες απ’ αυτόν και μην ξαναμπείς ποτέ πια μέσα του)»[Μαρκ.9,25] και «θέλω, καθαρίσθητι (:θέλω, καθαρίσου από τη λέπρα)» [Μαρκ.1,41] και «ἐγερθεὶς ἆρόν σου τὴν κλίνην(:Σήκω επάνω, πάρε το κρεβάτι σου στον ώμο σου και περπάτα)»[Ιω.5,8] και «ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου(:έχουν συγχωρηθεί οι αμαρτίες σου)» [Ματθ.9,2] και στη θάλασσα: «σιώπα, πεφίμωσο(:Σώπα, φιμώσου)»[Μαρκ.4,39];
Και τι περισσότερο έχει από τους αποστόλους, εάν και ο Ίδιος κάνει τα θαύματα κατόπιν προσευχής; Ή μάλλον ούτε εκείνοι έκαναν όλα τα θαύματα κατόπιν προσευχής, αλλά πολλές φορές και χωρίς προσευχή, επικαλούμενοι μονάχα το όνομα του Ιησού. Και αν το όνομα Αυτού είχε τόσο μεγάλη δύναμη, πώς θα είχε Αυτός ανάγκη προσευχής; Εάν είχε ανάγκη προσευχής, δε θα είχε δύναμη το όνομά Του. Όταν επίσης στην αρχή δημιουργούσε τον άνθρωπο, ποια προσευχή χρειάστηκε; Μήπως δεν υπήρξε εκεί πλήρης ισοτιμία; Διότι λέγει: «ποιήσωμεν ἄνθρωπον(:ας δημιουργήσουμε άνθρωπο)»[Γεν. 1,26]. Τι δεν θα υπήρχε ασθενέστερο, εάν είχε ανάγκη προσευχής;
Ας δούμε δε και ποια ήταν η προσευχή Του. «Πάτερ, εὐχαριστῶ σοι, ὅτι ἤκουσάς μου(:Πάτερ, είμαι βέβαιος ότι θα συντελεσθεί αμέσως το θαύμα και σε ευχαριστώ που με άκουσες)». Ποιος λοιπόν προσευχήθηκε ποτέ κατ’ αυτόν τον τρόπο; Διότι, πριν να πει κάτι, λέγει: «Σε ευχαριστώ», καθιστώντας φανερό με αυτό ότι δεν έχει ανάγκη προσευχής. «Ἐγὼ δὲ ᾔδειν, ὅτι πάντοτέ μου ἀκούεις(:Εγώ το ήξερα ότι πάντοτε με ακούς)». Αυτό το είπε όχι επειδή ο Ίδιος δεν είχε τη δύναμη, αλλά επειδή είναι μία η θέληση Αυτού και του Πατρός. Και για ποιο λόγο προσέδωσε μορφή προσευχής; Όχι εμένα, αλλά άκουσε τον Ίδιο, που λέγει: «ἀλλὰ διὰ τὸν ὄχλον τὸν περιεστῶτα εἶπον, ἵνα πιστεύσωσιν ὅτι σύ με ἀπέστειλας(:Αλλά είπα μεγαλόφωνα το «ευχαριστώ», για να το ακούσει ο λαός που στέκεται γύρω μου. Κι έτσι αφού όλοι αυτοί δουν πόση βεβαιότητα έχω ότι θα εισακουσθώ, να πιστέψουν ότι Εσύ με απέστειλες, όταν ακολουθήσει το θαύμα’’)».
Διότι όλα αυτά προβάλλονται ως προσευχή, εάν την εκλάβουμε από τη γενική άποψη. Δεν είπε: «απέστειλες εμένα τον ανίσχυρο, αυτόν που γνώρισε τη δουλεία, αυτόν που δεν εκτελεί τίποτε από τον εαυτό του», αλλά αφού άφησε όλα αυτά, για να μη σκεφτείς τίποτε από αυτά, αναφέρει την πραγματική αιτία της προσευχής. «Για να μη με θεωρήσουν αντίθεο, για να μη λέγουν: ‘’Δεν προέρχεται από τον Θεό’’, για να δείξω ότι αυτό που κάνω είναι σύμφωνο με τη θέλησή Σου, σαν δηλαδή να λέγει ότι εάν ήμουν αντίθεος, δε θα ήταν δυνατό να συμβεί αυτό που συνέβη». Επίσης το «με άκουσες», λέγεται και επί φίλων και επί ισότιμων ανθρώπων. «Εγώ το γνώριζα ότι πάντοτε με ακούς»· δηλαδή «δε χρειάζομαι προσευχή για να γίνει αυτό που θέλω, αλλά για να πείσω το πλήθος, ότι έχουμε Εσύ και Εγώ μία θέληση». Γιατί λοιπόν προσεύχεσαι; Για τους πνευματικά αδύνατους και προσκολλημένους στην ύλη.
«Καὶ ταῦτα εἰπὼν, φωνῇ μεγάλῃ ἐκραύγασε· Λάζαρε, δεῦρο ἔξω(:Και αφού τα είπε αυτά, δείχνοντας την κυριαρχική εξουσία Του και πάνω στον ίδιο τον θάνατο, κραύγασε: ‘’Λάζαρε, βγες έξω’’)». Γιατί δεν είπε «εν ονόματι του Πατρός μου έλα έξω»; Γιατί δεν είπε «Πατέρα, ανάστησε αυτόν», αλλά αφού τα άφησε όλα αυτά και έλαβε θέση προσευχόμενου, φανερώνει την εξουσία Του δια των ίδιων των πραγμάτων. Διότι και αυτό είναι δείγμα της σοφίας Του, να επιδεικνύει δια μεν των λόγων Του συγκατάβαση, δια δε των έργων Του εξουσία· επειδή δηλαδή δεν μπορούσαν να Τον κατηγορήσουν για τίποτε άλλο, παρά μόνο ότι δεν προέρχεται από τον Θεό, και έτσι εξαπατούσαν πολλούς, για τούτο με υπερβολή αποδεικνύει αυτό το ίδιο και με όσα λέγει και όπως το απαιτούσε η πνευματική τους αδυναμία.
Διότι μπορούσε και με άλλο τρόπο να δείξει τη συμφωνία Του με τον Πατέρα, με την αξία Του, αλλά δεν μπορούσε να ανεβεί το πλήθος σε τόσο πνευματικό ύψος. Και λέγει: «Λάζαρε, δεῦρο ἔξω(:Λάζαρε, βγες έξω)». Δηλαδή είναι αυτό που έλεγε: « ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι ἔρχεται ὥρα, καὶ νῦν ἐστιν, ὅτε οἱ νεκροὶ ἀκούσονται τῆς φωνῆς τοῦ υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, καὶ οἱ ἀκούσαντες ζήσονται(:Αληθινά, αληθινά σας λέω ότι έρχεται ώρα, και η ώρα αυτή ήλθε τώρα, οπότε οι άνθρωποι που είναι νεκροί πνευματικώς εξαιτίας της αμαρτίας θα ακούσουν τη φωνή του Υιού του Θεού να τους προσκαλεί ν’ ακούσουν τη διδασκαλία του. Κι όσοι ακούσουν τη φωνή του αυτή με προθυμία, έχοντας ανοιχτά τα πνευματικά τους αισθητήρια, και εγκολπωθούν όσα αυτή διδάσκει και ζητά, θα ζήσουν την αιώνια ζωή)»[Ιω.5,25]. Για να μη νομίσεις,λοιπόν, ότι από άλλον έλαβε αυτή τη δύναμη, σου το δίδαξε αυτό προηγουμένως και το απέδειξε δια των έργων. Και δεν είπε ‘’Αναστήσου’’, αλλά ‘’Βγες έξω’’, συνομιλώντας με τον αποθανόντα, σαν να ήταν ζωντανός.
Τι θα μπορούσε να εξισωθεί με αυτήν την εξουσία; Εάν λοιπόν δεν το κάνει αυτό με τη δική Του δύναμη, τι περισσότερο θα έχει από τους Αποστόλους, που λένε «τί θαυμάζετε ἐπὶ τούτῳ, ἢ ἡμῖν τί ἀτενίζετε ὡς ἰδίᾳ δυνάμει ἢ εὐσεβείᾳ πεποιηκόσι τοῦ περιπατεῖν αὐτόν;(: γιατί μας θαυμάζετε για τη θεραπεία του ανθρώπου αυτού και γιατί έχετε καρφώσει τα μάτια σας πάνω μας, λες και με δική μας δύναμη ή λόγω της δικής μας ευσέβειας έχουμε κατορθώσει να περπατά αυτός;)»[Πράξ. 3,12].
Διότι εάν χωρίς να το κάνει με τη δική Του δύναμη, δεν πρόσθετε αυτό που οι απόστολοι έλεγαν για τον εαυτό τους, τότε θα βρεθούν εκείνοι να δίνουν κάπως μεγαλύτερη σημασία στην απομάκρυνση της δόξας. Και σε άλλη περίπτωση: «ἄνδρες, τί ταῦτα ποιεῖτε; καὶ ἡμεῖς ὁμοιοπαθεῖς ἐσμεν ὑμῖν ἄνθρωποι(:Άνθρωποι, τι είναι αυτά που κάνετε; Κι εμείς άνθρωποι είμαστε, με την ίδια ασθενική και θνητή φύση που έχετε κι εσείς)»[Πράξ.14,15]. Έπειτα, οι μεν Απόστολοι, επειδή δεν έπρατταν τίποτε από μόνοι τους, τα έλεγαν αυτά, ώστε να τους πείσουν ως προς αυτό, ενώ ο Ιησούς, εάν είχε τέτοια γνώμη για τον εαυτό Του, δε θα διέλυε την υποψία αυτήν, εάν δεν τα έπραττε με τη δική Του εξουσία; Και ποιος θα μπορούσε να το πει αυτό; Και όμως ο Χριστός κάνει το αντίθετο, λέγοντας: «είπα μεγαλόφωνα το «ευχαριστώ», για να το ακούσει ο λαός που στέκεται γύρω μου. Κι έτσι αφού όλοι αυτοί δουν πόση βεβαιότητα έχω ότι θα εισακουσθώ, να πιστέψουν ότι Εσύ με απέστειλες, όταν ακολουθήσει το θαύμα». Ώστε εάν πίστευαν, δεν χρειαζόταν η προσευχή.
Εάν όμως δεν ήταν γι΄Αυτόν το να προσεύχεται, γιατί αποδίδει σε αυτούς την αιτία; Γιατί δεν είπε «για να πιστέψουν ότι δεν είμαι ίσος με Εσένα»(διότι έπρεπε, εξαιτίας της γνώμης που υπήρχε, αυτό να πει), αλλά, όταν μεν υπήρχε η υποψία εκ μέρους του πλήθους ότι καταλύει τον νόμο, ανέφερε αυτή τη λέξη(χωρίς εκείνοι να πουν τίποτε) :«μὴ νομίσητε ὅτι ἦλθον καταλῦσαι τὸν νόμον ἢ τοὺς προφήτας· οὐκ ἦλθον καταλῦσαι, ἀλλὰ πληρῶσαι(:Μη νομίσετε ότι ήλθα να καταργήσω και να ακυρώσω τον ηθικό νόμο του Μωυσή ή την ηθική διδασκαλία των προφητών. Δεν ήλθα να τα καταργήσω αυτά, αλλά να τα συμπληρώσω και να σας τα παραδώσω τέλεια)»[Ματθ.5,17] , ενώ εδώ αποδέχεται την επικρατούσα γνώμη; Και γενικά τι χρειάζονταν τόσο μεγάλες εκφράσεις και αινίγματα; Διότι ήταν αρκετό να πει «Δεν είμαι ίσος» και να απαλλαγεί από αυτή τη γνώμη.
Τι λοιπόν; «Δεν είπε», λέγει ίσως κάποιος, « ότι:δεν κάνω το θέλημα το δικό μου»; Αλλά και αυτό το είπε συγκεκαλυμμένα, και εν σχέσει με την πνευματική αδυναμία εκείνων και λαμβάνοντας αφορμή από την ίδια αιτία από την οποία έγινε και η προσευχή. Τι επίσης σημαίνει η φράση «ὅτι ἤκουσάς μου (:διότι με ακούσες)»; Δηλαδή «δεν αντιτίθεμαι καθόλου προς Εσένα». Όπως ακριβώς λοιπόν το «ότι με άκουσες» δε φανερώνει αυτό, ότι δηλαδή δεν μπόρεσε Αυτός (διότι εάν συνέβαινε αυτό, δε θα ήταν μόνο αδυναμία, αλλά και άγνοια, εφόσον πριν από την προσευχή δε γνώριζε ότι πρόκειται να συγκατανεύσει ο Θεός· εάν λοιπόν δεν τον γνώριζε, πώς έλεγε «πορεύομαι ἵνα ἐξυπνήσω αὐτόν(:πηγαίνω για να τον ξυπνήσω)»[Ιω.11,11] και δεν είπε «Πηγαίνω για να προσευχηθώ στον Πατέρα μου για να τον ξυπνήσει»;).
Όπως ακριβώς λοιπόν αυτό δεν φανερώνει αδυναμία, αλλά συμφωνία, έτσι και το «πάντοτέ μου ἀκούεις(:πάντοτε με ακούς)». Ή λοιπόν μπορούμε να πούμε αυτό, ή ότι ειπώθηκε εξαιτίας της γνώμης εκείνων. Εάν πάλι δεν το είπε ούτε από άγνοια ούτε από αδυναμία, είναι ολοφάνερο, ότι για τον λόγο αυτόν ομιλεί με ταπεινά λόγια, ώστε και από την υπερβολή αυτών να πειστείς και να αναγκαστείς να ομολογήσεις ότι αυτά δεν είναι λόγια της αξίας Του αλλά της συγκαταβάσεώς Του.
Τι λένε λοιπόν οι εχθροί της αλήθειας; «Δεν το είπε», λένε, «το ‘’με άκουσες’’ εξαιτίας της αδυναμίας των ακροατών του, αλλά για να δείξει την υπεροχή του». Και όμως αυτό δεν ήταν κάτι που φανέρωνε την υπεροχή Του, αλλά που μπορούσε να ταπεινώσει πάρα πολύ τον εαυτό Του και να δείξει ότι δεν έχει τίποτε περισσότερο από τον άνθρωπο· διότι η προσευχή δεν είναι γνώρισμα του Θεού, ούτε αυτού που κάθεται στον ίδιο θρόνο. Βλέπεις ότι για καμιά άλλη αιτία δεν κατέφυγε σε αυτό, παρά για την απιστία εκείνων;
Πρόσεχε λοιπόν και το έργο που επιβεβαιώνει και την αυθεντία Του. Τον κάλεσε και ο νεκρός εξήλθε δεμένος με τα σπάργανα. Έπειτα, για να μη θεωρηθεί το πράγμα φάντασμα(διότι το να εξέλθει δεμένος δεν φαινόταν λιγότερο παράδοξο από το να αναστηθεί) έδωσε εντολή να τον λύσουν, ώστε πλησιάζοντάς τον και ερχόμενοι κοντά του, να διαπιστώσουν ότι πράγματι εκείνος είναι ο πρώην τετραήμερος νεκρός Λάζαρος και λέγει: «Λύσατε αὐτὸν, καὶ ἄφετε ὑπάγειν(:’Λύστε τον και αφήστε τον μόνο και χωρίς βοηθό να πάει στο σπίτι του’’)». Είδες που αποφεύγει την καύχηση; Δε συνοδεύει τον αναστημένο Λάζαρο, ούτε τον διατάζει να μείνει μαζί Του, ώστε να μη δώσει την εντύπωση σε μερικούς ότι επιδεικνύεται· έτσι γνώριζε να δείχνει την ταπεινοφροσύνη Του. Μετά την επιτέλεση του θαύματος, άλλοι μεν θαύμαζαν, άλλοι δε προσήλθαν και είπαν αυτό στους Φαρισαίους.
Τι κάνουν λοιπόν εκείνοι; Ενώ έπρεπε να εκπλήττονται και να θαυμάζουν, συνεδριάζουν και αποφασίζουν να φονεύσουν Αυτόν που ανέστησε τον νεκρό. Πόσο μεγάλη ανοησία! Εκείνον που κατανίκησε τον θάνατο στα σώματα των άλλων, νόμιζαν ότι θα Τον παραδώσουν στον θάνατο και λένε: «τί ποιοῦμεν, ὅτι οὗτος ὁ ἄνθρωπος πολλὰ σημεῖα ποιεῖ;(: Τι θα κάνουμε; Ο κίνδυνος που μας παρουσιάζεται είναι μεγάλος, διότι αυτός ο άνθρωπος κάνει πολλά θαύματα)»[Ιω.11,47]. «Άνθρωπο» ακόμη ονομάζουν Αυτόν εκείνοι που έλαβαν τόσο μεγάλη απόδειξη της θεότητάς Του. «Τι να κάνουμε;». Έπρεπε να πιστέψουν και να Τον λατρεύσουν και να Τον προσκυνήσουν και να μην Τον θεωρούν πλέον άνθρωπο.
«ἐὰν ἀφῶμεν αὐτὸν οὕτω, πάντες πιστεύσουσιν εἰς αὐτόν, καὶ ἐλεύσονται οἱ Ῥωμαῖοι καὶ ἀροῦσιν ἡμῶν καὶ τὸν τόπον καὶ τὸ ἔθνος(:Αν τον αφήσουμε ελεύθερο, όπως τον είχαμε μέχρι τώρα, όλοι θα πιστέψουν σε αυτόν ότι είναι ο Μεσσίας, και είναι επόμενο να γίνει κάποια επανάσταση. Και τότε θα επέμβουν οι Ρωμαίοι και θα μας πάρουν και τον άγιο τόπο του ναού και θα καταλύσουν την ανεξαρτησία του έθνους μας’’)»[Ιω.11,48]. Τι είναι αυτό που σκέπτονται να κάνουν; Θέλουν στη συνέχεια να εξεγείρουν τον λαό ότι τάχα πρόκειται να κινδυνεύσουν με τη σκέψη ότι θα εγκαθιδρύσει τυραννικό καθεστώς. «Διότι», λένε, «εάν μάθουν οι Ρωμαίοι ότι ξεσηκώνει τον λαό, θα υποπτευθούν εμάς και θα έλθουν και θα κατακυριεύσουν την πόλη μας».
Για ποιο λόγο, πες μου, μήπως δηλαδή δίδασκε αποστασία; Δεν επέτρεψε να πληρώσουν φόρο στον Καίσαρα; Δε θελήσατε να Τον κάνετε βασιλιά και έφυγε; Δεν επιδείκνυε τον άσημο και απλό τρόπο ζωής, χωρίς να έχει ούτε οικία, ούτε κάτι άλλο παρόμοιο; Αυτά βέβαια τα έλεγαν όχι αναμένοντας αυτά, αλλά από φθόνο. Και συνέβη, χωρίς να το περιμένουν αυτοί, και το έθνος τους κυρίευσαν οι Ρωμαίοι και την πόλη τους, επειδή φόνευσαν Αυτόν· καθόσον τα συμβαίνοντα ήσαν απαλλαγμένα από κάθε υποψία· διότι Εκείνος που θεράπευε τους ασθενείς και δίδασκε άριστο τρόπο ζωής και έδινε εντολή να υπακούουν στους άρχοντες δεν εγκαθιστούσε τυραννική εξουσία, αλλά την καταργούσε.
«Αλλά αυτό», λέει ίσως κάποιος, «το συμπεραίνουμε από τα προηγούμενα». Και όμως εκείνοι δίδασκαν αποστασία, ενώ Αυτός το αντίθετο. Βλέπεις ότι ήσαν υποκρισία όσα έλεγαν; Διότι τι παρόμοιο επέδειξε; Είχε μαζί Του δορυφόρους επιδεικτικούς; Έσυρε μαζί Του οχήματα; Δεν επιδίωκε τους έρημους τόπους; Αλλά για να μη φανούν ότι τα λέγουν αυτά από μοχθηρία λέγουν ότι κινδυνεύει η πόλη και ότι ο Ιησούς επιβουλεύεται την πολιτεία και ότι φοβούνται μήπως βρεθούν στον έσχατο κίνδυνο.
Δεν υπήρξαν αυτά αίτια της αιχμαλωσίας σας, αλλά τα αντίθετα, και αυτής της αιχμαλωσίας και της αιχμαλωσίας στη Βαβυλώνα και αυτής που συνέβη στη συνέχεια επί της εποχής του Αντίοχου. Σας παρέδωσε στους εχθρούς σας αιχμαλώτους, όχι επειδή υπήρχαν μεταξύ σας άνθρωποι που λάτρευαν τον Θεό, αλλά επειδή υπήρχαν μεταξύ σας άνθρωποι που διέπρατταν αδικίες και παρόργιζαν τον Θεό.
Αλλά τέτοιος είναι ο φθόνος· άπαξ και τυφλώσει την ψυχή κάποιου δεν τον αφήνει να δει τίποτε από όσα πρέπει. Δε δίδασκε να είμαστε επιεικείς; Δε δίδασκε όταν δεχόμαστε ραπίσματα στο δεξιό μας μάγουλο να στρέφουμε και το άλλο; Δε δίδασκε να υπομένουμε τις αδικίες που μας γίνονται; Δε δίδασκε να επιδεικνύουμε μεγαλύτερη προθυμία στα κακοπαθήματα, από εκείνη που άλλοι επιδεικνύουν στο να διαπράττουν την κακία; Αυτά λοιπόν, πες μου, δεν είναι δείγματα κάποιου που καταργεί μάλλον την τυραννική εξουσία παρά που τη συνιστά;
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
-
Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στο Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον, ομιλία ΞΔ΄(επιλεγμένα αποσπάσματα),πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1990, τόμος 14, σελίδες 233-245.
-
Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμος 74, σελ. 185-193.
http://bit.ly/2Ph322f.
-
Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
-
Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
-
Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
-
Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016
-
http://bit.ly/2velbo9
Πηγή
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου