Τα αντιτορπιλικά του αμερικανικού Ναυτικού τα οποία βρίσκονται στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, είναι «πρώτης γραμμής» και έχουν απίστευτες δυνατότητες, γράφει ο ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟΣ της Κύπρου. Αποτελούν διακαή πόθο του Πολεμικού Ναυτικού και η παρουσία τους στην Κύπρο κρατά «ήσυχους» τους Τούρκους.
Γράφει ο Ζαχαρίας Μίχας*
Και συνεχίζει το ρεπορτάζ: Οι τουρκικές ναυτικές δυνάμεις που έσπευσαν να «προστατεύσουν» το ερευνητικό σκάφος Barbaros, ανέμεναν προφανώς ότι εκτός από την παρουσία του ελληνικού ΠΝ θα είχαν να αντιμετωπίσουν και την παρουσία άλλων δυνάμεων.
Επειδή πολύς λόγος γίνεται από το πρωί για το δεδομένο αυτό στην εξίσωση της Ανατολικής Μεσογείου, ίσως θα πρέπει να επιλέξει κανείς να πάει ανάποδα στο ρεύμα, επιχειρώντας «να πατήσει φρένο» στις πρώιμες υπερβολικές προσδοκίες που καλλιεργούνται.
Η γνωστή νεοελληνική επιπολαιότητα και αφέλεια θα μπορούσε να οδηγήσει σε σοβαρές παρανοήσεις, οι οποίες είτε θα δημιουργούν την απόλυτη ευφορία, είτε θα προκαλούν «κατάθλιψη».
Κανόνας όλων θα πρέπει να είναι, ότι οι συμπεριφορές σε επίπεδο πολιτικής – στρατιωτικής ηγεσίας, αλλά και κοινωνίας, θα πρέπει να τηρούν όσο το δυνατό περισσότερο, το κριτήριο του ορθολογισμού και αυτό της μετριοπάθειας.
Ο υπογράφων αισθάνεται την ανάγκη να επαναλάβει για μια ακόμη φορά, ότι η «αλήθεια» στης διεθνείς σχέσεις ποτέ δεν περιγράφεται με μαύρο ή με άσπρο και είναι σχετική, καθώς τα πάντα κινούνται «σε ένα απέραντο γκρίζο».
Το ίδιο ισχύει και τώρα. Η προστασία από το υπερβολικό συναίσθημα και την παρόρμηση αποτελεί προτεραιότητα και θα πρέπει να υπάρξει επικέντρωση στο στρατηγικό πρόβλημα, ώστε η όποια αλλαγή των δεδομένων να μην μας αιφνιδιάσει και να υπάρχουν επεξεργασμένες εναλλακτικές επιλογές.
ΤΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΤΟΥ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΟΣ
Με βεβαιότητα θα μπορούσε να υποστηριχτεί, καθώς υποστηρίζεται από τα υπάρχοντα στοιχεία, ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν πρόβλημα με την τουρκική συμπεριφορά, κάτι που ισχύει μάλιστα σε πολλαπλά μέτωπα.
Η αμετροέπεια του καθεστώτος Ερντογάν και η βαθιά ριζωμένη πεποίθηση της πανταχόθεν βαλλόμενης Τουρκίας, εν είδη συλλογικού συνδρόμου καταδίωξης, καθιστά πρακτικά αδύνατο για τους Τούρκους να δεχθούν οτιδήποτε άλλο ως θεμιτό, πέραν αυτού που οι ίδιοι έχουν καθορίσει ως εθνικό τους συμφέρον.
Κατά συνέπεια και αφού η Τουρκία «πάσχει» από ευδιάκριτη «αυτοκρατορική» μεγαλομανία», είναι απόλυτα λογικό και αναμενόμενο να συμπεριφέρονται με τρόπο που το κάνουν, παρότι αυτή η στάση έχει και την εσωτερική πολιτική της ερμηνεία.
Ένα ακόμα δεδομένο είναι, ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν όντως αποφασίσει να προστατεύσουν τα συμφέροντα του ενεργειακού κολοσσού ExxonMobil και θα το κάνουν αυτό, κατά πάσα βεβαιότητα, σε συνεργασία με τους Γάλλους.
Οι Γάλλοι, μέχρι τις αρχές του επόμενου έτους, θα έχουν διαθέσιμο και σε επιφυλακή για την περιοχή, το αεροπλανοφόρο Ντε Γκολ εξοπλισμένο με δεκάδες μαχητικά τέταρτης γενιάς Rafale, καθώς ο δικός τους ενεργειακός κολοσσός Total, επίσης εμπλέκεται στο πλευρό της ExxonMobil.
Αυτό που θα πρέπει επίσης να απαντηθεί όμως με σαφήνεια, είναι εάν οι δυο ισχυρότατες στρατιωτικά χώρες, μόνες τους ή σε συνδυασμό, έχουν τη βούληση, σε αυτή τη φάση, να συγκρουστούν στρατιωτικά με την Τουρκία. Η απάντηση είναι ένα κατηγορηματικό ΟΧΙ.
Όχι διότι όλες οι εμπλεκόμενες χώρες είναι κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ, άρα πιθανή εμπλοκή θα είχε ενδεχομένως και διαλυτικές συνέπειες για μια Συμμαχία της οποίας η συνοχή δοκιμάζεται για διάφορους λόγους, ενώ, έστω τυπικά, είναι ακόμα μέλος της, η Τουρκία.
Όταν όμως δεν κρύβονται σε επίπεδο προθέσεων και δηλώσεων η επιθυμία και οι προσπάθειες «συνετισμού» της Τουρκίας και απόσπασής της από τη σφαίρα επιρροής της Ρωσίας για προφανείς γεωστρατηγικούς λόγους, μια στρατιωτική ενέργεια θα προέκυπτε μόνο εάν όλα τα μέσα έχουν εξαντληθεί και δεν υπάρχει οποιαδήποτε άλλη διαθέσιμη εναλλακτική.
Ο Ερντογάν δεν είναι τρελός. Γνωρίζει καλά ότι μια τέτοια σύγκρουση δεν μπορεί να την κερδίσει. Γνωρίζει όμως επίσης, ότι η Δύση θα εξαντλήσει κάθε περιθώριο να μη χάσει την Τουρκία και πάνω σε αυτό οικοδομεί τη στρατηγική του. Μέρος αυτής της στρατηγικής είναι και η χρήση του «στρατιωτικού εργαλείου», για την παραγωγή πολιτικού αποτελέσματος.
Πρακτικά αυτό σημαίνει πως οι Τούρκοι αντιλαμβάνονται, ότι την τράπουλα θα την ανακατέψουν μόνο προκαλώντας, ώστε να έχουν ελπίδες είτε απλώς να μπλοκάρουν προσωρινά την αξιοποίηση των υδρογονανθράκων, κερδίζοντας έστω λίγο χρόνο, είτε να οδηγήσουν τα πράγματα στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.
Η ΓΕΩΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΑΞΙΑ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΑΣ
Εάν προκύψει ένα τέτοιο αποτέλεσμα, καλό θα ήταν η ελληνική πλευρά να αντιλαμβάνεται ότι εκεί η Τουρκία θα «πουλήσει» αυτήν ακριβώς τη γεωστρατηγική της αξία, οπότε εξ υπαρχής, η Ελλάδα μάλλον μειονεκτεί σε μια πρώτη ανάγνωση…
Αντί λοιπόν να επιχαίρουμε συλλογικά για τα αμερικανικά αντιτορπιλικά που βρίσκονται στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, σοφότερα θα πράτταμε εάν αντιληφθούμε ότι εκεί βρίσκονται για λόγους αποτροπής, χωρίς διάθεση σύγκρουσης με τις τουρκικές δυνάμεις και αυτό όχι διότι θα φοβόντουσαν μην ηττηθούν.
Μια στρατιωτική νίκη θα μπορούσε να φέρει διπλωματική ήττα, με βάση τουλάχιστον τη σημερινή «ανάγνωση» της κατάστασης από την αμερικανική πλευρά. Θα πρέπει να αντιληφθούμε κατά συνέπεια, ότι για να παράξει για την Τουρκία πολιτικό αποτέλεσμα η κατάσταση που έχει δημιουργηθεί, ίσως και να μην έχει άλλη επιλογή από το να να κλιμακώσει περισσότερο.
Η κατάσταση αυτή οδηγεί στο συμπέρασμα, ότι δεν θα πρέπει να αποκλείεται ακόμα και ενέργεια εναντίον ελληνικού πολεμικού πλοίου, παρότι ο Ερντογάν φοβάται το ενδεχόμενο ελληνική κίνηση να έχει υποδειχθεί από άλλους, ώστε να βρεθεί το πρόσχημα να κινηθούν κατά των Τούρκων.
Αυτό είναι ένα ενδεχόμενο για το οποίο η ελληνική πλευρά πρέπει να είναι έτοιμη, ασχέτως εάν συγκεντρώνει χαμηλές πιθανότητες να προκύψει. Πόσο ορθολογικό στρατηγικά θα ήταν να περιμένουμε σε μια τέτοια περίπτωση απάντηση με πυρά από κάποιο αμερικανικό αντιτορπιλικό;
ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΨΥΧΡΑΙΜΙΑ Ή ΑΝΤΑΠΟΔΟΣΗ;
Σημασία θα έχει ποια θα είναι η ελληνική απάντηση. Θα είναι η γνωστή «στρατηγική ψυχραιμία» ή η άμεση ανταπόδοση; Διότι αν μια τέτοια κατάσταση ειδωθεί με «αμερικανικά γυαλιά», τότε ασφαλώς θα εκδηλωθεί παρέμβαση από την πλευρά του αμερικανικού Ναυτικού, με στόχο να μη συνεχιστεί η σύγκρουση.
Σε μια τέτοια περίπτωση όμως, το κύρος του Πολεμικού Ναυτικού και των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων θα έχει τρωθεί ίσως και ανεπανόρθωτα, για μεγάλο διάστημα. Διαφωνεί κάποιος με αυτή τη στρατηγική εκτίμηση, μέσα στο ελληνικό Γενικό Επιτελείο; όσον αφορά την πολιτική ηγεσία, ίσως και να μην έχει νόημα να ερωτηθεί…
Άρα, βασική επιλογή για την Ελλάδα είναι η αποτροπή ενός τέτοιου συμβάντος, αλλά και το ανταποδοτικό πλήγμα αναπόφευκτα, σε περίπτωση αποτυχίας της αποτρεπτικής στρατηγικής. Μόνο αυτό θα επέβαλε την ισότιμη συμμετοχή της χώρας στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων που θα ακολουθούσουν.
Αλλιώς, θα έχουμε μια επανάληψη του σκηνικού των Ιμίων, με την Ελλάδα και την Κύπρο να σέρνονται σε μια διαπραγμάτευση, έστω με την παρουσία τρίτων με θετική προδιάθεση απέναντί μας, υπό το βάρος ενός αρνητικού τετελεσμένου, παρότι θα πρέπει να επαναληφθεί ότι το στρατηγικό περιβάλλον έχει υποστεί δραματικές μεταλλάξεις.
Τα «καλά λόγια» περί αυτοσυγκράτησης θα πείθουν μόνο αφελείς, ενώ η χώρα θα έχει δυσφημιστεί στρατιωτικά και στρατηγικά στους συμμάχους της, ακόμα κι αν η κατάσταση είναι εντελώς διαφορετική από την κρίση των αρχών του 1996.
Οι ισχυροί συμμετέχοντες σε μια τέτοια διαπραγμάτευση όμως, θα έχουν ως βέλτιστο σενάριο και επιθυμία, την συμπερίληψη της Τουρκίας στην όποια τελική διευθέτηση, με παράλληλη αλλαγή στάσης, η οποία θα επιτρέψει την ανεμπόδιστη αξιοποίηση του πλούτου των υδρογονανθράκων στην περιοχή.
Άλλο ένα ισχυρό ενδεχόμενο θα ήταν οι συμμαχικές δυνάμεις να περιφρουρήσουν τις εξορύξεις των εταιριών τους και απλά να περιοριστούν στο να παρακολουθούν διακριτικά τις τουρκικές ενέργειες στην περιοχή.
Κι αυτό λαμβάνοντας ως δεδομένο, ότι πρόκειται για μια συμβολική ενέργεια επίδειξης κυριαρχίας στην περιοχή από την πλευρά της Τουρκίας, χωρίς όμως περιεχόμενο, υπό την έννοια της παραγωγής αποτελεσμάτων. Αν ήταν τόσο απλό το να κάνεις έρευνες εξορύξεις σε βάθη όπως αυτά της Μεσογείου, τα δεδομένα του προβλήματος θα ήταν διαφορετικά. Επιπρόσθετα, η Τουρκία, όπως κάθε άλλη χώρα εξαρτάται από την τεχνογνωσία των ενεργειακών κολοσσών και μέχρι στιγμής φαίνεται πως την έχουν «στον πάγο».
Σε μια τέτοια περίπτωση διακριτικής παρακολούθησης, υπάρχει και το ενδεχόμενο οι ελληνικές δυνάμεις που θα υποχρεωθούν να παρακολουθούν εκ του σύνεγγυς τις τουρκικές δραστηριότητες, να «απομονωθούν» κατά τρόπον από στρατιωτικής απόψεως.
Εφόσον δε γνωρίζουμε σε αρκετό βάθος τις στρατηγικές συνεννοήσεις που περιλαμβάνουν και άλλους ισχυρούς στρατιωτικά «παίκτες» της περιοχής, πέραν των Αμερικανών και των Γάλλων, για αμοιβαία υποστήριξη σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, ακριβέστερες εκτιμήσεις δεν μπορούν να γίνουν.
Ισραηλινοί και Αιγύπτιοι είναι εξαιρετικά ισχυροί και σε συνεργασία με τις ελληνικές δυνάμεις θα είχαν όχι μόνο τη δυνατότητα να αρνηθούν στην Τουρκία τους στόχους της, αλλά ακόμα και να την εκδιώξουν από την περιοχή.
ΤΟ… ΜΕΤΡΟ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΗΝ ΤΟΥΡΚΙΑ ΚΑΙ Η ΣΥΜΜΑΧΙΚΗ ΑΜΟΙΒΑΙΟΤΗΤΑ
Ωστόσο, το πιθανότερο σενάριο θα ήταν οι Αμερικανοί να επενέβαιναν με τα πολεμικά τους πλοία για να παρεμβληθούν ανάμεσα, ώστε να προστατεύσουν… την Τουρκία από «υπερβολές» των συμμάχων τους, με στόχο να μην την χάσουν οριστικά. Ο χρόνος εκδήλωσης βέβαια μιας τέτοιας ενέργειας, ασφαλώς θα είχε τη δική του σημασία.
Τούτων λεχθέντων, θα πρέπει κανείς να προσθέσει και το ότι σε περίπτωση που οι προαναφερθείσες χώρες συνδράμουν στρατιωτικά την Ελλάδα και την Κύπρο στην πράξη, γνωστοί και μη εξαιρετέοι στην Ελλάδα, θα πρέπει να κατανοήσουν ότι σε τέτοιες ενέργειες υψηλού συμβολισμού και ουσίας, που επιπρόσθετα συνεπάγονται ανάληψη σοβαρού ρίσκου, απαντάς μόνο με ΑΜΟΙΒΑΙΟΤΗΤΑ.
Αυτό αναφέρεται διότι η Ελλάδα βρίθει από γραφικές αλλά θορυβώδεις μειοψηφίες, οι οποίες είναι έτοιμες να κατηγορήσουν την ίδια τους τη χώρα για… μιλιταρισμό, εάν διανοηθεί να ανταποδώσει τέτοιου είδους υποστήριξη και να κινηθεί στρατιωτικά για κάποιον άλλο λόγο, εάν αυτό απαιτηθεί.
Η όποια ελληνική πολιτική και στρατιωτική ηγεσία, με την απάντηση που θα δώσει σε μια τέτοια περίσταση, θα καθορίσει τη συμμαχική παράμετρο της αποτρεπτικής μας στρατηγικής για τα χρόνια που έρχονται. Δηλαδή την ισχύ και την πειστικότητα της ελληνικής αποτροπής απέναντι στην Τουρκία.
Γίνεται κατανοητό μετά από τα προαναφερθέντα, ότι η σοβαρότητα της ελληνικής πλευράς σε όσα γίνονται και θα γίνουν στην περιοχή, θα καθορίσει την τύχη της ίδιας μας της χώρας. Αυτό προϋποθέτει τον υποβιβασμό των εσωτερικών πολιτικών υπολογισμών και τη συνεννόηση των πολιτικών δυνάμεων του τόπου, οι οποίες θα πρέπει επιτέλους να δείξουν υπευθυνότητα, αντιλαμβανόμενες την κρισιμότητα των περιστάσεων.
Προπαντός όμως, η σοβαρότητα και η μετριοπάθεια στην αντιμετώπιση της κατάστασης από την πλευρά των μέσων ενημέρωσης, μακριά από το συναίσθημα και τον φθηνό εντυπωσιασμό τηλεθεατών, ακροατών και αναγνωστών, θα συμβάλει στην «εκπαίδευση» της ελληνικής κοινωνίας να αποφεύγει τις ακρότητες και τις κραυγές, είτε από τη μία είτε από την άλλη πλευρά. Αυτές οι συμπεριφορές, είναι αυταπόδεικτα αυτοκαταστροφικές.
*Ο Ζαχαρίας Μίχας είναι Διευθυντής Μελετών του Ινστιτούτου Αναλύσεων Ασφάλειας και Άμυνας (ISDA/ΙΑΑΑ)
defence-point
Πηγή
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου