Το 4ετές πρόγραμμα ανασυγκρότησης που θα ανακοινώσει ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας στη ΔΕΘ αναμφίβολα θα στοχεύει στην μερική αποκατάσταση της ζημιάς που έχουν υποστεί τα μεσαία στρώματα από τις μνημονιακές πολικές για να στηρίξουν την έξοδο της χώρας από αυτά.Συνεπώς, τα κλιμακωτά μέτρα εισοδηματικής αναδιανομής, η επέκταση των συλλογικών συμβάσεων εργασίας, η αποκατάσταση του κατώτατου μισθού, η αποφυγή του κουρέματος των συντάξεων, σαφώς συμβάλουν στην σταδιακή αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των πολιτών προς το κράτος, κορυφαία προϋπόθεση για την ανάπτυξη.
Προς αυτή την κατεύθυνση συντελούν και άλλα πολλά μέτρα όπως η σταδιακή μείωση του ΕΝΦΙΑ, η μείωση του συντελεστή φορολόγησης των επιχειρήσεων από το 29% στο 26% και του πρώτου συντελεστή της φορολογίας εισοδήματος από το 22% στο 20%. Λίγο πολύ όλα αυτά επικοινωνιακά έχουν προεξοφληθεί. Εκείνο που δεν θα θίξει ο πρωθυπουργός, αν και θα ήταν ευχής έργον να το κάνει, είναι να σκιαγραφήσει μία λύση για το δυσβάστακτο ιδιωτικό χρέος. Τη νύσσα θα ποιήσει και ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης που άλλωστε είναι σαφώς υπέρ των πλειστηριασμών κατοικιών και επιχειρήσεων.
Το ιδιωτικό χρέος βρίσκεται στο θηριώδες ύψος των 309,1 δισ. ευρώ. Από αυτά, τα 200 περίπου είναι χρέος προς τις τράπεζες και από αυτά τα μισά είναι «κόκκινα δάνεια» και τα άλλα μισά ρυθμισμένα που εξυπηρετούνται οριακά. Για ορισμένους αναλυτές, το πραγματικό πρόβλημα των τραπεζών είναι μεν τα «κόκκινα» δάνεια, αλλά το κρίσιμο είναι η εξυπηρεσιμότητα των ρυθμισμένων που εξουθενώνουν μαζί με τους φόρους τα μεσαία στρώματα. Εκεί χρειάζεται μια ριζοσπαστική εικονοκλαστική παρέμβαση που θα απεγκλωβίσει τις περιουσίες, τους εγγυητές και τις τράπεζες, αλλά και τα δημόσια ταμεία.
Οι εγγυήσεις που απαίτησαν οι τράπεζες από τις επιχειρήσεις με την υποθήκευση της προσωπικής ακίνητης περιουσίας των επιχειρηματιών, είναι μια ελληνική πρακτική. Στο εξωτερικό, εγγύηση είναι η ίδια η επιχείρηση. Το ίδιο ισχύει και για τα ζευγάρια που πήραν στεγαστικά δάνεια, όπου οι τράπεζες έβαλαν τους συζύγους να εγγυηθούν, έτσι ώστε να καλύψουν τύποις τις οδηγίες της Τράπεζας της Ελλάδος.
Γιατί αποτυγχάνουν οι τράπεζες με τις ρυθμίσεις
Οι τράπεζες κάνουν ότι μπορούν για να ξεφορτωθούν δάνεια, ιδιαίτερα εκείνα που είναι χωρίς εξασφαλίσεις, πουλώντας τα στα λεγόμενα distress funds. Και εκεί τα πράγματα δεν πάνε επαρκώς καλά. Για παράδειγμα, πωλείται ένα επιχειρηματικό δάνειο ονομαστικής αξίας 350 εκατ. ευρώ και λογιστικής 290 εκατ., με 110 εκατ. εμπράγματες εξασφαλίσεις. Η προσφορά εξαγοράς είναι στα 50 εκατ.
Ποιος θα τολμήσει να υπογράψει, όταν στη γενική συνέλευση των μετόχων της τράπεζας μπορεί ένας μέτοχος να ζητήσει εξηγήσεις; Ή όταν στη γωνία είναι ο εισαγγελέας. Είναι γνωστή η περίπτωση που ολόκληρο το διοικητικό συμβούλιο τράπεζας είναι υπόδικο για ένα μεγάλο δάνειο χωρίς εξασφαλίσεις ενός πρώην κραταιού εκδότη. Αποτέλεσμα, οι όποιες λύσεις σέρνονται.
Στα στεγαστικά, προσφέρεται μερική διαγραφή χρέους ως και το 60% με τυποποιημένα προγράμματα Πειραιώς και Εθνική σε συνεργάσιμους δανειολήπτες. Παρ’ όλα αυτά οι ρυθμίσεις αυτές κινούνται οριακά και συχνά οι δανειολήπτες βρίσκονται σε αδυναμία να πληρώσουν τις αυξημένες δόσεις που ζητούν.
Όμως, εκεί που οι τράπεζες αποτυγχάνουν παταγωδώς είναι στις διαγραφές «κόκκινων δανείων». Το δράμα έχει ως εξής: ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ) καλεί τους προέδρους και τους διευθύνοντες συμβούλους των τραπεζών σε σύσκεψη και τους επισημαίνει την υποχρέωση να διαγράψουν «κόκκινα δάνεια».
Συμφωνούν όλοι στους στόχους μεγεθών που τίθενται και φεύγουν και πάνε στις τράπεζές τους. Εκεί καλούν τους γενικούς διευθυντές και τους μεταβιβάζουν τις εντολές της ΤτΕ και αυτοί με τη σειρά τους στις αρμόδιες υπηρεσίες της τράπεζάς τους και στα τμήματα. Όμως, οι εντολές δεν εκτελούνται γιατί στη γωνία καραδοκεί ο εισαγγελέας. Ο υπάλληλος που πρέπει να βάλει την υπογραφή, αρνείται για ευνόητους λόγους.
Η λύση του γόρδιου δεσμού
Το όλο πρόβλημα των ιδιωτικών χρεών δεν μπορεί να λυθεί χωρίς τη συμμετοχή του κράτους. Οι τράπεζες πρέπει να αναλάβουν να λύσουν με νέες μεθόδους τα επιχειρηματικά «κόκκινα» δάνεια (περί τα 60 δισ. ευρώ σε σύνολο 148 δισ. ευρώ επιχειρηματικών δανείων), ίσως και με τη νομοθετική διευκόλυνση του κράτους, με στόχο πάντα την επιβίωση του παραγωγικού δυναμικού ει δυνατόν χωρίς να περάσει σε ξένα χέρια. Τα χρέη των ιδιωτών, «κόκκινα» και ρυθμισμένα, κυρίως τα στεγαστικά δάνεια, αλλά και τα καταναλωτικά πρέπει να περάσουν στη διαχείριση του κράτους.
Στα νοικοκυριά όπου τα στεγαστικά συνολικά είναι 68,5 δισ. ευρώ το 41% είναι μη εξυπηρετούμενα. Κι επειδή το κράτος έχει ήδη να διαχειριστεί περί τα 100 δισ. ευρώ ληξιπρόθεσμα χρέη που αυξάνονται με ρυθμό ένα δισ. ευρώ το χρόνο, θα μπορούσε με ένα αναγκαστικό νόμο να τα αγοράσει τα δάνεια αυτά σε μια τιμή στο 50-60% έναντι 3ετών ή 5ετών ομολόγων μετατρέψιμων σε μετοχές των τραπεζών.
Οι τράπεζες θα απαλλάσσονταν από ένα μεγάλο βάρος και η εσωτερική τους αξία θα ανέβαινε κατακόρυφα, καθώς θα καθάριζε αισθητά το χαρτοφυλάκιό τους. Το κράτος θα έλυνε ένα σοβαρό κοινωνικό ζήτημα και θα μπορούσε να προσδοκά ότι θα έπαιρνε πίσω ένα σοβαρό κομμάτι των κεφαλαίων αυτών από την μετατροπή των μετοχών, η χρηματιστηριακή αξία των οποίων θα είχε αυξηθεί.
Με τα δημοσιονομικά πλεονάσματα εγκλωβισμένα σε «ολυμπιακά ρεκόρ» και χωρίς τράπεζες ανάπτυξη δεν έχει. Οι τράπεζες για να υπάρξουν χρειάζονται να περιορίσουν δραστικά τα «κόκκινα» και τα εξωπραγματικώς ρυθμισμένα δάνεια, να αυξήσουν τα μετοχικά τους κεφάλαια, να προσελκύσουν τους καταθέτες από το εσωτερικό και το εξωτερικό και να αρθούν πλήρως τα capital controls. Αν συμβούν όλα αυτά, οι τράπεζες που είναι η ατμομηχανή του ελληνικού χρηματιστηρίου, μπορούν να ανεβάσουν την αξία των μετοχών τους, αλλά και να προσελκύσουν το ενδιαφέρον των επενδυτών σε όλους τους κλάδους. Κάτι τέτοιο θα δώσει σημαντική ώθηση στην ανάπτυξη.
Η λύση Bad Bank
Η λύση της Bad Bank, στην οποία θα εντάσσονταν όλα προβληματικά δάνεια, είχε χαθεί ως ευκαιρία το 2012-13, λόγω του κόστους της, αλλά μεταμνημονιακά θα επανέλθει αναγκαστικά στο τραπέζι των συζητήσεων. Η Bad Bank στην οποία θα περάσουν όλα τα δάνεια των ιδιωτών θα πρέπει να περάσει από κόσκινο τους 160.000 δανειολήπτες, οι οποίοι έχουν λάβει 280.000 δάνεια (καταναλωτικά, στεγαστικά) και έχουν ενταχθεί από το 2010 στον νόμο Κατσέλη.
Από αυτούς εκτιμάται ότι το 40% είναι στρατηγικοί κακοπληρωτές, αντί του 15% που ήταν η αρχική εκτίμηση. Κατά την ΤτΕ το δανειακό χαρτοφυλάκιο που απολαμβάνει νομική προστασία είναι περί τα 17,5 δισ. ευρώ. Εκτιμάται επίσης ότι από τους στρατηγικούς κακοπληρωτές οι 48.000 διαθέτουν κινητή περιουσία και δεν πληρώνουν από επιλογή. Η εξωδικαστική λύση δεν προχωράει ουσιαστικά, ενώ χιλιάδες αιτήσεις έχουν πάρει δικάσιμο για την 6ετία 2020-2025.
Γι΄ αυτό και η Bad Bank πρέπει να εξοπλιστεί με όλα εκείνα τα νομικά μέσα που θα της επιτρέψουν να εκκαθαρίσει το τοπίο σχετικά γρήγορα, αλλά και να «κουρέψει» τα ρυθμισμένα δάνεια που έχουν ρυθμιστεί με όρους εκτός κοινωνικής και οικονομικής πραγματικότητας. Οι εγγυήσεις σε στεγαστικά μεταξύ ζευγαριών που απαίτησαν οι τράπεζες για να παραβιάζουν τους όρους της ΤτΕ στις χορηγήσεις δανείων πρέπει να καταργηθούν δια νόμου. Έχουν προκαλέσει χιλιάδες διαζύγια και οικογενειακές κρίσεις. Ο γόρδιος δεσμός πρέπει να λυθεί την 3ετία 2019-2021 με κοινωνική και αναπτυξιακή λογική και με τη χρήση έξυπνων χρηματοοικονομικών εργαλείων.
Πηγή
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου