Στις 28 Ιουνίου εισήλθε στον πόλεμο και η Ρουμανία. Και το απόγευμα της 29ης Ιουνίου το Γενικό Στρατηγείο εξέδωσε Διαταγές για την επίσπευση της προέλασης στο εσωτερικό της Βουλγαρίας.
Η «Ομάδα Κέντρου», υπαγόμενη απ’ ευθείας στον Αρχιστράτηγο και αποτελούμενη από την 1η, 2η, 4η, 5η και 6η Μεραρχία και την Ταξιαρχία Ιππικού, θα προέλαυνε προς τη Τζουμαγιά κατά μήκος του Στρυμόνα. Το «Τμήμα Στρατιάς Αριστερού» υπό τον Υπτγο Δαμιανό, με την 3η και 10η Μεραρχία, διατάχθηκε να προελάσει προς το Πέτσοβο στην κοιλάδα του ποταμού Μπρεγκαλνίτσα, καλύπτοντας το αριστερό, με εντολή να συνδράμει τον αγώνα του κέντρου αν χρειαζόταν. Και δεξιά, η 7η Μεραρχία διατάχθηκε να προελάσει προς το Νευροκόπι, στέλνοντας και ένα απόσπασμα Συντάγματος στη Δράμα.
Η 7η ΜΠ, με Διοικητή τον Σχη (ΜΧ) Ναπολέοντα Σωτίλη και Επιτελάρχη τον Τχη (ΜΧ) Ιάκωβο Νεγρεπόντη, είχε κατά την έναρξη των μαχών συνολική δύναμη 261 Αξιωματικών, 13.804 Υπαξιωματικών και Οπλιτών, με 16 πεδινά και 12 ορειβατικά πυροβόλα, 16 πολυβόλα και 2.901 κτήνη. Διέθετε 3 Συντάγματα Πεζικού (19ο υπό τον Ανχη ΠΖ Βίκτορα Βούρλη, 20ο υπό τον Ανχη ΠΖ Δημήτριο Γιαννόπουλο και 21ο υπό τον Ανχη ΠΖ Νικόλαο Μιχαλόπουλο - Αρκαδινό) καθώς και 3 Μοίρες Πυροβολικού (1η ΜΠΠ υπό τον Τχη ΠΒ Τόλια Ρεγκλή, 2η ΜΠΠ υπό τον Τχη ΠΒ Αριστείδη Κανάρη και ΙΙΙ ΜΟΠ υπό τον Λγό ΠΒ Παναγιώτη Κουγιτέα), καθώς και την 7η Ημιλαρχία Ιππικού, τον 7ο Λόχο Μηχανικού (Τχης ΜΧ Π. Βλάσσης) και Διμοιρία Τηλεγραφητών.
Στις 30 Ιουνίου 1913, το 21ο Σύνταγμα της 7ης Μεραρχίας υπό τον Σχη Νικόλαο Μιχαλόπουλο - Αρκαδινό, έλαβε Διαταγή να κατευθυνθεί προς τη Δράμα και το ίδιο βράδυ έφθασε στον Σιδηροδρομικό Σταθμό της Άγγιστας. Την επομένη συνέχισε την πορεία του. Κοντά στην Αλιστράτη χρειάστηκε να δώσει μάχη με Κομιτατζήδες, τους οποίους διέλυσε. Και στη συνέχεια, εισήλθε στη Δράμα, απελευθερώνοντάς την μετά από 500 χρόνια κατοχής και δουλείας. Ιδού πώς περιέγραψε την είσοδο του Στρατού ο Μητροπολίτης Αγαθάγγελος:
«Χαράς Ευαγγέλια! Ελευθερία και Ελευθέρια εορτάζομεν από της 4ης μ.μ. εν τη Δράμα. Αναπνέομεν! Ζώμεν! Κινούμεθα! Ο Ελληνικός μας Στρατός νικητής και τροπαιούχος εισήλθεν εις την Δράμαν. Χαρά! Αγαλλίασις, άσματα!
Ελευθερία!»
Αλλά την ίδια μέρα, στο Δοξάτο, Βούλγαροι Στρατιώτες και Κομιτατζήδες, κατά την αποχώρησή τους, την πυρπόλησαν και έσφαξαν τους περισσότερους κατοίκους, μεταξύ των οποίων Ιερείς, γυναίκες, παιδιά και βρέφη. Από τους 3.000 κατοίκους, μόνο 120 κάτοικοι επέζησαν της σφαγής, την οποία καταδίκασε ακόμη και ο Βούλγαρος Αρχιμανδρίτης της Δράμας
Σχετικά με τις σφαγές Δοξάτου, ο Ιταλός δημοσιογράφος Μαγκρίνι, έγραψε:
«Μετά από συστηματική έρευνά μου αποδείχθηκε ότι, τη νύχτα του Σαββάτου (29 Ιουνίου) οι Βούλγαροι τοποθέτησαν στην πεδιάδα τηλεβόλα και την αυγή της Κυριακής άρχισαν να βομβαρδίζουν το Δοξάτο. Οι κάτοικοι έντρομοι, άλλοι έφυγαν προς την Καβάλα, άλλοι προς τα βουνά και πολλοί κλείστηκαν στα σπίτια τους. 120 Βούλγαροι Ιππείς εμφανίστηκαν ξαφνικά, διαιρέθηκαν σε 2 ομάδες υπό τους Τχες Μπέρνεφ και Συμεώνωφ, και άρχισαν να διώκουν και να σπαθίζουν τους φυγάδες. Ακολούθησαν 400 Βούλγαροι Στρατιώτες, που γύμνωναν τα θύματα και λόγχιζαν τους τραυματίες. Στη συνέχεια το Πεζικό εισήλθε στην πόλη, ακολουθούμενο από 2 άμαξες φορτωμένες με πετρέλαιο. Αξιωματικοί και Στρατιώτες βίασαν και στη συνέχεια εκτέλεσαν τα κορίτσια και τις γυναίκες που είχαν μείνει στην πόλη, ενώ σκότωναν βρέφη, πετώντας τα στον αέρα και λογχίζοντάς τα καθώς έπεφταν. Στη σφαγή συμμετείχαν και μουσουλμάνοι, που χωρισμένοι σε ομάδες των 5 υπό Βουλγαρική διοίκηση, σκότωναν τραυματίες και έδειχναν τα μέρη όπου κρύβονταν Έλληνες, ενώ έλαβαν μέρος και πολλοί Αξιωματικοί, ο δε Τχης Βέρνεφ σκότωσε με το ξίφος του 4 και τραυμάτισε άλλους 3, όπως με διαβεβαίωσαν αυτόπτες μάρτυρες. Η σφαγή συνεχίστηκε ως τις 5 μμ. Μετά οι Βούλγαροι αποχώρησαν φορτωμένοι λάφυρα, ενώ της φάλαγγάς τους προηγείτο ένας Στρατιώτης που παρίστανε το σημαιοφόρο, έχοντας στη λόγχη του καρφωμένο ένα μωρό 6 μηνών.»
Μετά την απελευθέρωση της Δράμας, το απόσπασμα προέλασε ΒΔ προς την στενωπό του Κερτζιράρ Τεπί. Από εκεί κατέβηκε προς το Τσέρνοβο, όπου ο εχθρός είχε οργανωθεί αμυντικά. Στις 4 Ιουλίου, το απόσπασμα κατέλαβε το Κ. Νευροκόπι και στη συνέχεια, στις 5 Ιουλίου επιτέθηκε μετωπικά προς τον εχθρό που κατείχε οργανωμένες και φυσικά οχυρές θέσεις στα υψώματα του Παπά Τσαΐρ και Κοπρίβλιανης, με 12-16 Τάγματα και 12 πυροβόλα, ενώ από τα δυτικά επιτέθηκε η κύρια δύναμη της 7ης Μεραρχίας, που στο μεταξύ είχε εκδιώξει τους απέναντί της εχθρούς, μετά από σκληρές μάχες στη Μπαμπίνα (σημερινή Μεγάλη Κορυφή, ύψος 1299 μ.) και στη Βροντού.
Η συνδυασμένη επίθεση από τα νότια και δυτικά, ανάγκασε τους Βουλγάρους να υποχωρήσουν. Κατά τη διάρκεια της μάχης κυριεύθηκαν 6 πυροβόλα, ενώ και άλλα 18 πυροβόλα και 2 πολυβόλα εγκατέλειψε ο εχθρός υποχωρώντας. Η καταδίωξη συνεχίστηκε υπό βροχή ως αργά το βράδυ και σταμάτησε λόγω του σκότους αλλά και της καταστροφής μιας γέφυρας πριν το Νευροκόπι. Οι απώλειες της Μεραρχίας ανήλθαν σε 22 Οπλίτες νεκρούς και 5 Αξιωματικούς και 165 Οπλίτες τραυματίες.
Στο σημείο αυτό αξίζει να αναφέρουμε ότι οι Βούλγαροι, αν και συνήθως υποχωρούσαν άτακτα, πάντοτε σχεδόν φρόντιζαν να καταστρέφουν πίσω τους γέφυρες και δρόμους. Το Βουλγαρικό Μηχανικό έκανε καλή δουλειά στις καταστροφές. Αλλά το Ελληνικό Μηχανικό έκανε ακόμη καλύτερη σουλειά στις επισκευές: Η σιδηροδρομική γέφυρα του Στρυμόνα, της οποίας ένα τόξο μήκους 30 μέτρων είχε ριφθεί στον ποταμό, επισκευάστηκε σε 4 μόνο ημέρες υπό την επίβλεψη του μηχανικού Κ. Χάβγερ και αποκαταστάθηκε η κίνηση των τραίνων, ενώ δίπλα, σε δύο μόνο μέρες, φτιάχτηκε και ξύλινη γέφυρα μήκους 180 μέτρων και πιο βόρεια, στον Νάρρον, φτιάχτηκε άλλη γέφυρα με λέμβους, σε λίγες μόνον ώρες. Επίσης επισκευάστηκαν και όλες οι γέφυρες που είχαν καταστραφεί κατά μήκος της αμαξιτής οδού.
Είναι αλήθεια, ότι στις πρώτες ημέρες του πολέμου είχαν γίνει πολλά παράπονα για την βραδεία προέλαση της 7ης Μεραρχίας. Αλλά με Μέραρχο και Επιτελάρχη που προέρχονταν από το Μηχανικό και Τχη (ΜΧ) ως Διοικητή του Λόχου Μηχανικού, οι εργασίες Μηχανικού της Μεραρχίας υπήρξαν υποδειγματικές.
Στις 6 Ιουλίου κατελήφθη και το Άνω Νευροκόπι, μετά από μάχη, κατά την οποία 3 Λόχοι του Ι/19 Τάγματος υπό τον Τχη Δημήτριο Παυλόπουλο, εκτόπισαν με τη λόγχη το Τάγμα του Τχη Παυλώφ, προξενώντας μεγάλες απώλειες στον εχθρό.
Με τις νίκες αυτές, ο Ελληνικός Στρατός έγινε κύριος στα δεξιά όλης της κοιλάδας του Νέστου. Συνεχίζοντας την προελασή της, η 7η Μεραρχία εισήλθε βαθιά στο Βουλγαρικό έδαφος και στις 9 Ιουλίου κατέλαβε την Μαχομία.
Φώτης Σαραντόπουλος
Πηγή: drama-tika
Η «Ομάδα Κέντρου», υπαγόμενη απ’ ευθείας στον Αρχιστράτηγο και αποτελούμενη από την 1η, 2η, 4η, 5η και 6η Μεραρχία και την Ταξιαρχία Ιππικού, θα προέλαυνε προς τη Τζουμαγιά κατά μήκος του Στρυμόνα. Το «Τμήμα Στρατιάς Αριστερού» υπό τον Υπτγο Δαμιανό, με την 3η και 10η Μεραρχία, διατάχθηκε να προελάσει προς το Πέτσοβο στην κοιλάδα του ποταμού Μπρεγκαλνίτσα, καλύπτοντας το αριστερό, με εντολή να συνδράμει τον αγώνα του κέντρου αν χρειαζόταν. Και δεξιά, η 7η Μεραρχία διατάχθηκε να προελάσει προς το Νευροκόπι, στέλνοντας και ένα απόσπασμα Συντάγματος στη Δράμα.
Η 7η ΜΠ, με Διοικητή τον Σχη (ΜΧ) Ναπολέοντα Σωτίλη και Επιτελάρχη τον Τχη (ΜΧ) Ιάκωβο Νεγρεπόντη, είχε κατά την έναρξη των μαχών συνολική δύναμη 261 Αξιωματικών, 13.804 Υπαξιωματικών και Οπλιτών, με 16 πεδινά και 12 ορειβατικά πυροβόλα, 16 πολυβόλα και 2.901 κτήνη. Διέθετε 3 Συντάγματα Πεζικού (19ο υπό τον Ανχη ΠΖ Βίκτορα Βούρλη, 20ο υπό τον Ανχη ΠΖ Δημήτριο Γιαννόπουλο και 21ο υπό τον Ανχη ΠΖ Νικόλαο Μιχαλόπουλο - Αρκαδινό) καθώς και 3 Μοίρες Πυροβολικού (1η ΜΠΠ υπό τον Τχη ΠΒ Τόλια Ρεγκλή, 2η ΜΠΠ υπό τον Τχη ΠΒ Αριστείδη Κανάρη και ΙΙΙ ΜΟΠ υπό τον Λγό ΠΒ Παναγιώτη Κουγιτέα), καθώς και την 7η Ημιλαρχία Ιππικού, τον 7ο Λόχο Μηχανικού (Τχης ΜΧ Π. Βλάσσης) και Διμοιρία Τηλεγραφητών.
Στις 30 Ιουνίου 1913, το 21ο Σύνταγμα της 7ης Μεραρχίας υπό τον Σχη Νικόλαο Μιχαλόπουλο - Αρκαδινό, έλαβε Διαταγή να κατευθυνθεί προς τη Δράμα και το ίδιο βράδυ έφθασε στον Σιδηροδρομικό Σταθμό της Άγγιστας. Την επομένη συνέχισε την πορεία του. Κοντά στην Αλιστράτη χρειάστηκε να δώσει μάχη με Κομιτατζήδες, τους οποίους διέλυσε. Και στη συνέχεια, εισήλθε στη Δράμα, απελευθερώνοντάς την μετά από 500 χρόνια κατοχής και δουλείας. Ιδού πώς περιέγραψε την είσοδο του Στρατού ο Μητροπολίτης Αγαθάγγελος:
«Χαράς Ευαγγέλια! Ελευθερία και Ελευθέρια εορτάζομεν από της 4ης μ.μ. εν τη Δράμα. Αναπνέομεν! Ζώμεν! Κινούμεθα! Ο Ελληνικός μας Στρατός νικητής και τροπαιούχος εισήλθεν εις την Δράμαν. Χαρά! Αγαλλίασις, άσματα!
Ελευθερία!»
Αλλά την ίδια μέρα, στο Δοξάτο, Βούλγαροι Στρατιώτες και Κομιτατζήδες, κατά την αποχώρησή τους, την πυρπόλησαν και έσφαξαν τους περισσότερους κατοίκους, μεταξύ των οποίων Ιερείς, γυναίκες, παιδιά και βρέφη. Από τους 3.000 κατοίκους, μόνο 120 κάτοικοι επέζησαν της σφαγής, την οποία καταδίκασε ακόμη και ο Βούλγαρος Αρχιμανδρίτης της Δράμας
Σχετικά με τις σφαγές Δοξάτου, ο Ιταλός δημοσιογράφος Μαγκρίνι, έγραψε:
«Μετά από συστηματική έρευνά μου αποδείχθηκε ότι, τη νύχτα του Σαββάτου (29 Ιουνίου) οι Βούλγαροι τοποθέτησαν στην πεδιάδα τηλεβόλα και την αυγή της Κυριακής άρχισαν να βομβαρδίζουν το Δοξάτο. Οι κάτοικοι έντρομοι, άλλοι έφυγαν προς την Καβάλα, άλλοι προς τα βουνά και πολλοί κλείστηκαν στα σπίτια τους. 120 Βούλγαροι Ιππείς εμφανίστηκαν ξαφνικά, διαιρέθηκαν σε 2 ομάδες υπό τους Τχες Μπέρνεφ και Συμεώνωφ, και άρχισαν να διώκουν και να σπαθίζουν τους φυγάδες. Ακολούθησαν 400 Βούλγαροι Στρατιώτες, που γύμνωναν τα θύματα και λόγχιζαν τους τραυματίες. Στη συνέχεια το Πεζικό εισήλθε στην πόλη, ακολουθούμενο από 2 άμαξες φορτωμένες με πετρέλαιο. Αξιωματικοί και Στρατιώτες βίασαν και στη συνέχεια εκτέλεσαν τα κορίτσια και τις γυναίκες που είχαν μείνει στην πόλη, ενώ σκότωναν βρέφη, πετώντας τα στον αέρα και λογχίζοντάς τα καθώς έπεφταν. Στη σφαγή συμμετείχαν και μουσουλμάνοι, που χωρισμένοι σε ομάδες των 5 υπό Βουλγαρική διοίκηση, σκότωναν τραυματίες και έδειχναν τα μέρη όπου κρύβονταν Έλληνες, ενώ έλαβαν μέρος και πολλοί Αξιωματικοί, ο δε Τχης Βέρνεφ σκότωσε με το ξίφος του 4 και τραυμάτισε άλλους 3, όπως με διαβεβαίωσαν αυτόπτες μάρτυρες. Η σφαγή συνεχίστηκε ως τις 5 μμ. Μετά οι Βούλγαροι αποχώρησαν φορτωμένοι λάφυρα, ενώ της φάλαγγάς τους προηγείτο ένας Στρατιώτης που παρίστανε το σημαιοφόρο, έχοντας στη λόγχη του καρφωμένο ένα μωρό 6 μηνών.»
Μετά την απελευθέρωση της Δράμας, το απόσπασμα προέλασε ΒΔ προς την στενωπό του Κερτζιράρ Τεπί. Από εκεί κατέβηκε προς το Τσέρνοβο, όπου ο εχθρός είχε οργανωθεί αμυντικά. Στις 4 Ιουλίου, το απόσπασμα κατέλαβε το Κ. Νευροκόπι και στη συνέχεια, στις 5 Ιουλίου επιτέθηκε μετωπικά προς τον εχθρό που κατείχε οργανωμένες και φυσικά οχυρές θέσεις στα υψώματα του Παπά Τσαΐρ και Κοπρίβλιανης, με 12-16 Τάγματα και 12 πυροβόλα, ενώ από τα δυτικά επιτέθηκε η κύρια δύναμη της 7ης Μεραρχίας, που στο μεταξύ είχε εκδιώξει τους απέναντί της εχθρούς, μετά από σκληρές μάχες στη Μπαμπίνα (σημερινή Μεγάλη Κορυφή, ύψος 1299 μ.) και στη Βροντού.
Η συνδυασμένη επίθεση από τα νότια και δυτικά, ανάγκασε τους Βουλγάρους να υποχωρήσουν. Κατά τη διάρκεια της μάχης κυριεύθηκαν 6 πυροβόλα, ενώ και άλλα 18 πυροβόλα και 2 πολυβόλα εγκατέλειψε ο εχθρός υποχωρώντας. Η καταδίωξη συνεχίστηκε υπό βροχή ως αργά το βράδυ και σταμάτησε λόγω του σκότους αλλά και της καταστροφής μιας γέφυρας πριν το Νευροκόπι. Οι απώλειες της Μεραρχίας ανήλθαν σε 22 Οπλίτες νεκρούς και 5 Αξιωματικούς και 165 Οπλίτες τραυματίες.
Στο σημείο αυτό αξίζει να αναφέρουμε ότι οι Βούλγαροι, αν και συνήθως υποχωρούσαν άτακτα, πάντοτε σχεδόν φρόντιζαν να καταστρέφουν πίσω τους γέφυρες και δρόμους. Το Βουλγαρικό Μηχανικό έκανε καλή δουλειά στις καταστροφές. Αλλά το Ελληνικό Μηχανικό έκανε ακόμη καλύτερη σουλειά στις επισκευές: Η σιδηροδρομική γέφυρα του Στρυμόνα, της οποίας ένα τόξο μήκους 30 μέτρων είχε ριφθεί στον ποταμό, επισκευάστηκε σε 4 μόνο ημέρες υπό την επίβλεψη του μηχανικού Κ. Χάβγερ και αποκαταστάθηκε η κίνηση των τραίνων, ενώ δίπλα, σε δύο μόνο μέρες, φτιάχτηκε και ξύλινη γέφυρα μήκους 180 μέτρων και πιο βόρεια, στον Νάρρον, φτιάχτηκε άλλη γέφυρα με λέμβους, σε λίγες μόνον ώρες. Επίσης επισκευάστηκαν και όλες οι γέφυρες που είχαν καταστραφεί κατά μήκος της αμαξιτής οδού.
Είναι αλήθεια, ότι στις πρώτες ημέρες του πολέμου είχαν γίνει πολλά παράπονα για την βραδεία προέλαση της 7ης Μεραρχίας. Αλλά με Μέραρχο και Επιτελάρχη που προέρχονταν από το Μηχανικό και Τχη (ΜΧ) ως Διοικητή του Λόχου Μηχανικού, οι εργασίες Μηχανικού της Μεραρχίας υπήρξαν υποδειγματικές.
Στις 6 Ιουλίου κατελήφθη και το Άνω Νευροκόπι, μετά από μάχη, κατά την οποία 3 Λόχοι του Ι/19 Τάγματος υπό τον Τχη Δημήτριο Παυλόπουλο, εκτόπισαν με τη λόγχη το Τάγμα του Τχη Παυλώφ, προξενώντας μεγάλες απώλειες στον εχθρό.
Με τις νίκες αυτές, ο Ελληνικός Στρατός έγινε κύριος στα δεξιά όλης της κοιλάδας του Νέστου. Συνεχίζοντας την προελασή της, η 7η Μεραρχία εισήλθε βαθιά στο Βουλγαρικό έδαφος και στις 9 Ιουλίου κατέλαβε την Μαχομία.
Φώτης Σαραντόπουλος
Πηγή: drama-tika
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου